Οδομαχίες και αίμα στην πλατεία Κοτζιά το 1863 – Του Ελευθέριου Σκιαδά, απο τον Μικρό Ρωμιό
Τον Φεβρουάριο του 1863 οι ημέρες που περνούσε η χώρα ήταν «πονηρές». Η έξωση του Όθωνα, περίπου πέντε μήνες νωρίτερα, είχε σηκώσει ταραχώδη κύματα, όπως ο καταποντισμός ενός σκάφους σε τρικυμισμένη θάλασσα. Ο χειμώνας ήταν βαρύς, τα πνεύματα αναμμένα και η ατμόσφαιρα μύριζε μπαρούτι. Το στέμμα της Ελλάδος ζητούσε γαλαζοαίματη κεφαλή να ακουμπήσει.
Οι Έλληνες πανηγύριζαν γιατί σε εσωτερικό τους δημοψήφισμα εξέλεγαν νέο βασιλιά τους, τον Πρίγκιπα Αλφρέδο της Αγγλίας, αλλά εκείνος δεν δεχόταν να κάτσει στον θρόνο που οι βασιλικοί οίκοι της Ευρώπης χαριτολογώντας αποκαλούσαν «αγκάθινο».
Εκμεταλλευόμενος τη σύγχυση, ο παραδοσιακός πολιτικός Δημήτριος Βούλγαρης εμφανίζεται ως «ελευθερωτής», ενώ ο γηραιός Κανάρης μετανοεί για την έξωση του Όθωνα και η γνώμη του συνοψίζεται στον επιγραμματικό αφορισμό:” Βγάλαμε τα μάτια μας”!
Το μεγαλείο της κομματικής φατρίας και οι μωροφιλοδοξίες βρέθηκαν στο απόγειό τους περίπου πριν από εκατόν πενήντα τέσσερα χρόνια. Όταν σχηματίστηκαν δύο κόμματα, οι «Ορεινοί» και οι «Πεδινοί», σε μια κωμική απομίμηση της Γαλλικής Επανάστασης!
Στους «Ορεινούς» συμμετείχαν οι μέχρι τότε οπαδοί του γαλλικού και ρωσικού κόμματος με επικεφαλής τον Κωνσταντίνο Κανάρη, ενώ στους «Πεδινούς» οι οπαδοί του Αγγλικού κόμματος με επικεφαλής τον Δημήτριο Βούλγαρη.
Οι δύο αυτές φατρίες καταταλαιπώρησαν τη χώρα διαφιλονικώντας διαρκώς για την εξουσία μέχρι τον ερχομό του βασιλέως Γεωργίου Α’. Μετέρχονταν τα πάντα για να καταλάβουν την εξουσία, προκαλούσαν ταραχές, αιματοκύλισαν την καθημερινή ζωή και μετέβαλαν τον τόπο σε αληθινή κόλαση.
Η τρικομματική
Μετά την έξωση του Όθωνα συστάθηκε προσωρινή κυβέρνηση από τους Βούλγαρη – Κανάρη και Ρούφο. Ήταν ουσιαστική μια τριπρόσωπη – τρικομματική Κυβέρνηση με αρχηγούς που υπέβλεπαν ο ένας τον άλλον και υπουργούς που διαφωνούσαν μεταξύ τους.
Μέσα από τις ισορροπίες της εποχής γεννήθηκαν οι Πεδινοί και οι Ορεινοί, διχάζοντας ανάλογα το στρατό και τη Χωροφυλακή. Στις 7 Φεβρουαρίου ξέσπασε η κρίση. Σε μια θυελλώδη συνεδρίαση της Εθνοσυνέλευσης παραιτήθηκε ο Κ. Κανάρης με τέσσερις υπουργούς, τους Κουμουνδούρο, Ζαϊμη, Δεληγεώργη και Μαυρομιχάλη.
Οι εναπομείναντες δύο κυβερνητικοί συνέταιροι, Βούλγαρης και Ρούφος προσπάθησαν να συνεχίσουν τη διακυβέρνηση της καθημαγμένης από τις εσωτερικές διαμάχες χώρας. Από το βήμα της Εθνοσυνέλευσης και εν τη ρύμη του λόγου του ο Βούλγαρης είπε πως αδιαφορούσε αν θα συναντούσε αντίρρηση από έναν ή από πολλούς αφού επρόκειτο για την ασφάλεια του κράτους.
Πολλοί θεώρησαν ότι εξέφραζε απολυταρχικές διαθέσεις, ενώ ο πληρεξούσιος Χίου και Καθηγητής της Νομικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Εμμανουήλ Κόκκινος έκανε ευθέως λόγο για δικτατορία. Ο ίδιος αργότερα κατηγορήθηκε ότι επιχείρησε να συλλάβει ή να φονεύσει τον Βούλγαρη. Την αγόρευσή του ακολούθησαν φωνές, χειροκροτήματα και ποδοκροτήματα, αποδοκιμασίες ανάμικτες με επιδοκιμασίες.
Η Συνέλευση με ψηφοφορία καταδίκασε τις ενέργειες των Βούλγαρη και Ρούφου, ενώ ο Πρόεδρος της Συνέλευσης Ζαφείριος Βάλβης είχε ήδη αποσυρθεί από τα καθήκοντά του. Οι δρόμοι των Αθηνών γέμισαν από διαμαρτυρόμενους πολίτες και οχληρές διαδηλώσεις.
Ο ατρόμητος Βούλγαρης εμφανιζόταν απτόητος. Η κρίση μεγάλωσε και τα πνεύματα εξήφθησαν ακόμη περισσότερο. Ξέσπασε άγριος εμφύλιος πόλεμος. Από τη μια ένα τάγμα στρατού και η χωροφυλακή στους Αέρηδες και από την άλλη αποσπάσματα Πεζικού και Ιππικού και οι άνδρες της διλοχίας των πυροσβεστών στην πλατεία Λουδοβίκου, όπως ονομαζόταν η σημερινή πλατεία Κοτζιά.
Το τουφεκίδι που ακολούθησε και από τις δύο πλευρές ήταν άγριο. Πείσμα, φανατισμός, έλλειψη ασφάλειας και αναρχία. Την εικόνα αυτή μετέφερε στις σημαντικότερες εφημερίδες της Ευρώπης ο ανταποκριτής τους στην Αθήνα George Finlay γράφοντας πως «τα πάντα εζόφωται και σεσάλευται». Την ίδια ώρα η φιλοβασιλική λαϊκή μούσα προσπαθούσε να αποδώσει την κατάσταση με το δικό της βλέμμα και δεκατρείς λέξεις:
«Κυκεών είνε τα πάντα,
αποσύνθεσις τελεία
τέτοια είπετο να φέρη
μία στάσις παναθλία»!
Μοναδικές εξαιρέσεις αποτέλεσαν η Εθνοφυλακή που είχε σχηματιστεί υπό την αρχηγία του Π. Κορωναίου και η περίφημη «Πανεπιστημιακή Φάλαγξ», που τήρησαν ουδέτερη στάση και ασχολούνταν πραγματικά με την ασφάλεια της πόλης και των πολιτών.
Διαδηλώσεις και νεκροί
Αλλά η διαίρεση των πληρεξουσίων σε Πεδινούς και Ορεινούς είχε πλέον επεκταθεί και στον λαό των Αθηνών. Οι συντηρητικοί και φιλήσυχοι πολίτες εξέφραζαν με κοσμιότητα τα φρονήματά τους χωρίς να προκαλούν.
Αλλά οι θερμόαιμοι και οι φανατικοί συγκεντρώνονταν σε ομάδες και κατέβαιναν σε θορυβώδεις διαδηλώσεις στους δρόμους της πόλης έτοιμοι να αλληλοσπαραχτούν. Αρκετοί οχύρωσαν τα σπίτια τους, λες και επρόκειτο να δώσουν μάχες, και φρόντιζαν με χρώμα ή κάρβουνο να σχηματίσουν στην εξώπορτα, εν είδει θυρεού ή οικοσήμου, το γράμμα «Ο» οι Ορεινοί και το γράμμα «Π» οι Πεδινοί!
Εμφανίζονταν ανυπόμονοι να λουστούν στο αίμα του αντιπάλου τους. Οι φόβοι επιβεβαιώθηκαν, με τα τρία πρώτα θύματα να προμηνύουν τα επερχόμενα. Στις πρώτες ανταλλαγές πυρών φονεύθηκαν δύο στρατιώτες και ένας δεκανέας.
Στις 9 Φεβρουαρίου, η Αθήνα ξύπνησε σε χαώδη κατάσταση. Οι νεκροί και οι τραυματίες δεν ήταν πολλοί, αλλά ο μεγάλος φανατισμός εγκυμονούσε κινδύνους για τα χειρότερα. Οι στρατιώτες άρχισαν να λιποτακτούν ομαδικά και να εκποιούν τον οπλισμό και τα δημόσια είδη τους.
Οι Πεδινοί οχυρώθηκαν στα Ανάκτορα και οι Ορεινοί στους Στρατώνες του Πυροβολικού. Την κατάσταση έσωσε η Εθνοσυνέλευση. Συνεδρίασε κεκλεισμένων των θυρών, συζήτησε τα γεγονότα της νύχτας και ενέκρινε Ψήφισμα αναλαμβάνοντας προσωρινά η ίδια την εκτελεστική εξουσία. «Η εν Αθήναις Β’ των Ελλήνων Συνέλευσις αναλαμβάνει εις εαυτήν την εκτελεστική εξουσίαν, ην ήθελε διατηρήση και διενεργή διά του προεδρεύοντος Αντιπροέδρου, μέχρις αποφάσεώς της περί νέας κυβερνήσεως», ανέφερε το σωτήριο για την ειρήνη του τόπου Ψήφισμα.
Ο Βούλγαρης, ο οποίος μέχρι τότε κυβερνούσε με δικτατορικό τρόπο και ήταν έτοιμος να αιματοκυλίσει τον τόπο, παρέδωσε την εξουσία στον Αντιπρόεδρο της Εθνοσυνέλευσης Α. Μωραϊτίνη. Ο στρατός αποσύρθηκε από τους δρόμους με ζητωκραυγές υπέρ της Εθνοσυνέλευσης.
Τρεις ημέρες μετά ο σάλος είχε κοπάσει. Ένα ψήφισμα της Συνέλευσης ξεκαθάριζε πως όποιος δεν πειθαρχούσε στα κελεύσματά της «θα θεωρήται ως προδότης της πατρίδος και θα τιμωρήται συμφώνως τοις κειμένοις νόμοις».
Στις 13 Φεβρουαρίου, με πρωτοβουλία της Εθνοσυνέλευσης σχηματίστηκε κυβέρνηση με πρωθυπουργό άνευ χαρτοφυλακίου τον Γ. Βάλβη.
Ο εμφύλιος πόλεμος έπαψε, οι μικροδιαδηλώσεις και οι συμπλοκές σταμάτησαν, η τάξη αποκαταστάθηκε και οργανώθηκε μία επιβλητική συγκέντρωση στην πλατεία Όθωνος η οποία –αντίθετα προς όσα έχουν γραφτεί– είχε μετονομασθεί σε πλατεία Ομονοίας από τις 12 Οκτωβρίου 1862.
Ακολουθήστε το Hellas-now.com στο Facebook και στο Google news . Μπορείτε επίσης να μας βρείτε στο Telegram και στο Twitter