Σε διαρκή σοκ βρίσκονται Ευρωπαίοι και Βρετανοί από τις δηλώσεις και τις πρωτοβουλίες του Αμερικανού προέδρου Donald Trump, ο οποίος ως τυφώνας είναι έτοιμος να τινάξει το ΝΑΤΟ στον αέρα.
Η αμερικανική κυβέρνηση διαμήνυσε στους συμμάχους της στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ευρώπη ότι πρέπει να αγοράσουν αμερικανικά όπλα και στρατιωτικό εξοπλισμό για να μείνει ζωντανό το ΝΑΤΟ, μεταδίδει το Bloomberg σε αποκλειστικό του δημοσίευμα επικαλούμενο Ευρωπαίους αξιωματούχους με γνώση του θέματος.
Το αίτημα έχει υποβληθεί πολλές φορές από Αμερικανούς αξιωματούχους στους Ευρωπαίους ομολόγους τους τις τελευταίες εβδομάδες, μεταξύ άλλων σε συναντήσεις μεταξύ συμμάχων της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας που πραγματοποιήθηκαν αυτή την εβδομάδα, ανέφεραν οι πηγές.
Αγοράστε και LNG για να μείνει ζωντανό το ΝΑΤΟ
Η ομάδα του Trump ζήτησε επίσης από την Ευρώπη να προμηθευτεί περισσότερους ενεργειακούς πόρους (LNG) από τις ΗΠΑ, ώστε να ενισχυθεί η σχέση ασφαλείας μεταξύ των δύο πλευρών του Ατλαντικού.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα ο Trump θα μπορούσε να αμβλύνει το αίτημά του για αμυντικές δαπάνες στο 5% του ΑΕΠ, εάν η Ευρώπη αυξήσει τη διαλειτουργικότητά της με τον αμερικανικό στρατό και επενδύσει περισσότερα σε αμερικανικές εταιρείες.
«Ο πρόεδρος Trump και η κυβέρνησή του δεσμεύουν τους συμμάχους μας στο ΝΑΤΟ να διασφαλίσουν ότι όλα τα μέλη θα εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους για αμυντικές δαπάνες», δήλωσε ο εκπρόσωπος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ, Brian Huge.
«Το να πείσουμε τους συμμάχους μας να εκπληρώσουν αυτές τις υποχρεώσεις ενισχύει το ΝΑΤΟ», συνέχισε.
Ο Trump σόκαρε την Ευρώπη
Η εξέλιξη είναι το πιο πρόσφατο παράδειγμα της συναλλακτικής σχέσης του Trump με τους συμμάχους των ΗΠΑ, σε ρήξη με τον παραδοσιακό ρόλο της Αμερικής ως αναμφισβήτητου διατλαντικού εταίρου.
Την Τετάρτη (12/2/2025), ώρες πριν ο Trump καταπλήξει τους Ευρωπαίους ηγέτες ανακοινώνοντας πως έχει συμφωνήσει με τον Ρώσο πρόεδρο Vladimir Putin να ξεκινήσουν τις διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία, ο υπουργός Άμυνας Pete Hegseth πει στο ΝΑΤΟ ότι οι ΗΠΑ δεν είναι πλέον «ο πρωταρχικός εγγυητής της ασφάλειας στην Ευρώπη».
Ο Trump έχει υποστηρίξει εδώ και καιρό ότι η Ευρώπη πρέπει να δαπανήσει περισσότερα για την άμυνά της και οι προειδοποιήσεις του προς το ΝΑΤΟ ότι δεν μπορεί να βασιστεί στις ΗΠΑ έγιναν επαναλαμβανόμενο θέμα κατά την πρώτη του διακυβέρνηση.
Περισσότερα συμβόλαια στις εταιρείες εξοπλισμού στις ΗΠΑ
Τις τελευταίες εβδομάδες Αμερικανοί αξιωματούχοι έστειλαν σήμα πώς θέλουν στενότερη διαλειτουργικότητα μεταξύ των αμερικανικών, βρετανικών και ευρωπαϊκών στρατευμάτων, όσον αφορά στα πυραυλικά συστήματα, τα πυρομαχικά, την τεχνητή νοημοσύνη και τον κυβερνοπόλεμο, σύμφωνα με πηγές με γνώση του θέματος.
Αυτό πιθανότατα θα απαιτούσε από τα ευρωπαϊκά κράτη να συνάψουν περισσότερα συμβόλαια με αμερικανικές εξοπλιστικές εταιρείες, γεγονός που κλιμακώνει τον βαθμό δυσκολίας για τα ευρωπαϊκά κράτη – μέλη του ΝΑΤΟ
Οι πρωτεύουσες της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαφωνούν για το αν θα πρέπει να περιορίσουν τις προμήθειες σε ευρωπαϊκές εταιρείες – οι οποίες δεν είναι έτοιμες να παραδώσουν μερικά από τα απαιτούμενα όπλα – αντί να συνεργαστούν με το Ηνωμένο Βασίλειο ή να αγοράσουν εξοπλισμό από τις ΗΠΑ.
Το Bloomberg Economics υπολογίζει ότι η προστασία της Ουκρανίας και η επέκταση των στρατιωτικών δυνάμεων της ίδιας της Ευρώπης θα μπορούσε να κοστίσει στις μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης επιπλέον 3,1 τρισεκατομμύρια δολάρια τα επόμενα 10 χρόνια.
Η αγορά αμερικανικού αμυντικού εξοπλισμού θα μπορούσε να είναι μια εύλογη στρατηγική για ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, οι οποίες παραμένουν εκτός ρυθμού όσον αφορά τη δυνατότητα να αναπτύξουν τις δικές τους ικανότητες σε πολλούς τομείς, σύμφωνα με στέλεχος της αμυντικής βιομηχανίας.
Ωστόσο, υπάρχουν αμφιβολίες στην Ευρώπη σχετικά με το να επιτραπεί στις στρατιωτικές τους δυνάμεις να εξαρτώνται υπερβολικά από την αμερικανική τεχνολογία, ειδικά υπό το φως της γενικής προσέγγισης του Trump για την άμυνα της Ευρώπης, πρόσθεσαν.
H Realpolitik του Donald Trump
Ο Charlton Allen, πρώην διευθύνων σύμβουλος και διευθυντής της Βιομηχανικής Επιτροπής της Βόρειας Καρολίνας υποστηρίζει ότι η πολιτική του Trump σηματοδοτεί την έναρξη μιας νέας διπλωματικής προσέγγισης, όπου η υποστήριξη των ΗΠΑ παρέχεται με σαφείς όρους και όχι ως δώρο ανοιχτού τύπου.
Είναι το τέλος της «Εξωτερικής βοήθειας χωρίς όρους».
Όπως λέει, «για δεκαετίες, η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ ακολουθούσε ένα πρότυπο Σχεδίου Marshall, αντιμετωπίζοντας τη βοήθεια ως μονόδρομη πράξη καλής θέλησης και αναμένοντας μικρή απόδοση πέρα από διπλωματικές ανταποδόσεις,.
Η προσέγγιση του Trump ανατρέπει αυτό το μοντέλο.
Οι επενδύσεις δισεκατομμυρίων των ΗΠΑ σε στρατιωτική και οικονομική βοήθεια πρέπει να αποφέρουν στρατηγικά πλεονεκτήματα – τόσο στην τρέχουσα σύγκρουση όσο και στη μακροπρόθεσμη ασφάλεια και οικονομική ανθεκτικότητα της Αμερικής».
Οι υποστηρικτές της «Realpolitik» του Trump στις ΗΠΑ αντιμετωπίζουν την Ουκρανία και την Ευρώπη συνολικά ως μία στρατηγική επένδυση και όχι ως λευκή επιταγή.
Αυτό που είναι σημαντικό για τον Trump είναι τα συμφέροντα της Αμερικής.
Όπως υποστηρίζει ο Allen, «Αυτό το Δόγμα Trump είναι η Realpolitik του 21ου αιώνα— σε έναν κόσμο όπου η οικονομική ισχύς είναι τόσο ζωτική όσο και η στρατιωτική.
Συνδέοντας τη βοήθεια με την πρόσβαση στα αναξιοποίητα αποθέματα της Ουκρανίας σε στοιχεία σπάνιων γαιών και τα γνωστά κοιτάσματα κρίσιμων ορυκτών, η στρατηγική του Trump διασφαλίζει ότι οι δεσμεύσεις των ΗΠΑ εξυπηρετούν απτά εθνικά συμφέροντα και όχι αόριστες υποσχέσεις καλής θέλησης.
Όλες οι κινήσεις των ΗΠΑ θα εξυπηρετούν τον μεγάλο στόχο του MAGA
Ο Trump είναι αρκετά εμφατικός ότι από εδώ και πέρα, η υποστήριξη της Ουάσιγκτον για οποιαδήποτε χώρα θα είναι υπό όρους.
Καμία αμερικανική στρατιωτική ή οικονομική βοήθεια δεν πρόκειται να είναι μονόδρομη.
Ο αποδέκτης της βοήθειας, ακόμη κι αν είναι σύμμαχος ή εταίρος, πρέπει να συμβάλει στην ασφάλεια, την οικονομική ανθεκτικότητα ή τη βιομηχανική ευμάρεια των ΗΠΑ.
Κάθε βοήθεια θα πρέπει να ωφελεί τον στόχο του MAGA (Make America Great Again – Κάνουμε την Αμερική Μεγάλη Ξανά)
Για αυτόν τον λόγο, οι σχέσεις της Ουάσιγκτον με τον υπόλοιπο κόσμο θα είναι όλο και περισσότερο συναλλακτικές παρά βασισμένες στις λεγόμενες αξίες.