Ο Λορέντζος Μαβίλης έπεσε ηρωικά μαχόμενος τους Τούρκους στις 28 Νοεμβρίου 1912 στο Δρίσκο των Ιωαννίνων.
Ο Λορέντζος Μαβίλης ηταν Ελληνοισπανός πολεμιστής/ποιητής που είπε τη σπουδαία φράση που έμεινε στην ιστορία: «Δεν υπάρχει γλώσσα χυδαία, μόνο χυδαίοι άνθρωποι!»
Ο δημοσιογράφος, λόγιος και εσωτεριστής της εφημερίδας “Εστία” Νίκος Καρβούνης έγραψε για τον θάνατο του ποιητή: “Ήτο ο θάνατος του Μαβίλη το ευγενές και άξιον στεφάνωμα μιας άρτιας, ωραίας αι λευκής ζωής΄ δεν έσβυσεν εξαπλωμένος εις το κρεββάτι τς ασθένειας ή του γήρατος, αναπλάττων οράματα περασμένης πλέον ζωής’ ο θάνατός του ήτο πράξις’ έργον πίστεως’ λειτουργία αρετής’ ανάκρουσμα λύρας’ σάλπισμα ελευθερίας προς τους μαχόμενους υπέρ αυτής’ καρποφορία του πλουσίου δένδρου της ακάμπτου ηθικής’ παρόσρμισις εις τν γενναίαν και βαθυτάτηςν αντίληψιν της ζωής.”
Γέννηση (Τα πρώτα χρόνια)
Ο Λορέντζος Μαβίλης γεννήθηκε στις 6 Σεπτεμβρίου 1860 στην Ιθάκη. Παρακολούθησε τα γυμνασιακά μαθήματα στο εκπαιδευτήριο «Καποδίστριας», κι είχε δάσκαλο ελληνιστή τον Ιωάννη Ρωμανό. Αυτός τον σύστησε στην Αναγνωστική Εταιρεία, όπου σύχναζαν τότε όλοι οι άνθρωποι των γραμμάτων. Εκεί γνώρισε τον Ιάκωβο Πολυλά, σοφό εκδότη του Δ. Σολωμού. Έμαθε την Ιταλική, Ισπανική, Γερμανική κι Αγγλική.

Το 1878 γράφτηκε στη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και την εγκατέλειψε μετά ένα χρόνο για να σπουδάσει φιλολογία, γλωσσολογία και φιλοσοφία στην Γερμανία. Το 1890 στις 16 Ιουνίου αναγορεύτηκε διδάκτωρ της φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Έρλαγκεν της Βαυαρίας και κατέβηκε στη Κέρκυρα. Το 1896 η Ελλάδα αγωνίζεται για την απελευθέρωση της Ηπείρου, Μακεδονίας & Κρήτης. Εκείνος που δεν ήταν πατριώτης μόνο στο λόγο και στη ποίηση, αλλά και στη πράξη, πολεμά εθελοντής.
Δεν υπάρχει χυδαία γλώσσα
Το 1897 αγωνίζεται στην Ήπειρο, πάλι εθελοντής, όπου και τραυματίζεται. Το 1910 εξελέγη βουλευτής του κόμματος των Φιλελευθέρων του Ελευθερίου Βενιζέλου στην αναθεωρητική Βουλή. Ιστορική θα μείνει η αγόρευσή του για την υπεράσπιση της δημοτικής γλώσσας όταν συζητιόταν το άρθρον 107 του συντάγματος. «Δεν υπάρχει γλώσσα χυδαία» είπε «μόνο χυδαίοι άνθρωποι!». Ο άκαμπτος χαρακτήρας του και το ότι δεν προσαρμόστηκε στο ρεύμα της συναλλαγής που επικρατούσε, το λεγόμενο ρουσφέτι, συντέλεσε στο να μην εκλεγεί βουλευτής στις επόμενες εκλογές.
Οι κριτικοί του καιρού του αναγνώρισαν στο πρόσωπό του ένα τεχνίτη απαράμιλλο. Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος πιο εύστοχα παρατήρησε και είπε ότι «Στάθηκε ένας απ’ τους σπάνιους εκείνους ποιητές που το καλύτερό τους ποίημα είναι η ζωή τους».
Ο ηρωικός θάνατος του ποιητή
Στις 28 Νοεμβρίου 1912 στο χωριό Δρίσκος, κοντά στα Γιάννενα, οι Τούρκοι εξαπέλυσαν σφοδρή αντεπίθεση κατά των εθελοντών που ήδη είχανε προχωρήσει πολύ. Μάχεται ηρωικά, όμως σε μια στιγμή της μάχης μια σφαίρα του διατρυπά τα δυο μάγουλα χαλώντας και πολλά δόντια του. Ενώ μεταφέρεται αιμόφυρτος στο προσωρινό νοσοκομείο ένα δεύτερο βόλι τον βρήκε στο στόμα όπου και του στοίχισε τη ζωή.
Πάνω του στέκονταν ο εθελοντής παπά Φώτης και η εθελόντρια νοσοκόμα Ασπασία, συζ. Ιωάννη Ράλλη, κόρη του πρώην πρωθυπουργού Κυριακούλη Μαυρομιχάλη και ανηψιά του αρχηγού, εμπνευστή και χρηματοδότη των Ελλήνων εθελοντών, Αλέξανδρου Ρώμα. Πιο πέρα, σφίγγοντας τα δόντια από τους πόνους του δικού του τραύματος, χαιρετούσε σε στάση προσοχής ο ίδιος ο Αλέξανδρος Ρώμας,μονολογώντας: «Αγαθή η μοίρα σου λοχαγέ Μαβίλη».

Τί άλλο, καλέ μου (της Μυρτιώτισσας)
(τούτο το ποίημα γράφτηκε για τον αγαπημένο της Λορέντζο Μαβίλη)
Τί άλλο, καλέ μου, ζητάς από μένα
και στέκεις θλιμμένος μπροστά στη μορφή μου,
αφου κι η καρδιά μου, αφού κι η ψυχή μου,
-κι ας είσαι νεκρός- πλημμυρούν από Σένα;
Τα θεία τραγούδια σου ένα προς ένα
τα ζει κάθε νύχτα η ψάλτρα φωνή μου,
γενήκαν αυτά μοναχή προσευχή μου,
αγνή προσευχή, γεννημένη από Σένα!
Γιατί με κοιτάζεις με μάτια θλιμμένα;
Λαμπάδα σου ανάβω την ίδια ψυχή μου
και μέρα τη μέρα σκορπά κι η ζωή μου
για Σένα, τα ρόδα της τα χλωμιασμένα.