Ο Υπουργός Δικαιοσύνης, Γιώργος Φλωρίδης, προχώρησε σε νομοθετική ρύθμιση που αποκλείει τα ομόφυλα ζευγάρια ανδρών και τους μοναχικούς άνδρες από τη δυνατότητα απόκτησης παιδιού μέσω παρένθετης μητρότητας.
Με ειδική διάταξη σε πολυνομοσχέδιο του Υπουργείου Δικαιοσύνης, τροποποιείται το άρθρο 1350 του Αστικού Κώδικα, που αφορά το οικογενειακό δίκαιο. Η τροπολογία αυτή στερεί από τα ομόφυλα ζευγάρια ανδρών το δικαίωμα της γονεϊκότητας μέσω παρένθετης μητρότητας.
Σύμφωνα με το Υπουργείο Δικαιοσύνης, η τροποποίηση αυτή εισάγει σημαντικές αλλαγές στην ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή με μεταφορά ωαρίων σε σώμα άλλης γυναίκας. Συγκεκριμένα:
Η αδυναμία κυοφορίας λόγω φύλου δεν θεωρείται ιατρική αδυναμία.
Η δικαστική άδεια ισχύει μόνο όταν η σχετική δικαστική απόφαση καταστεί αμετάκλητη.
Η νομοθεσία, ενώ δεν προβλέπει τη δυνατότητα υιοθεσίας μέσω ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής (παρένθετη μητρότητα) για ομόφυλα ζευγάρια, είχε οδηγήσει σε αντίθετες δικαστικές αποφάσεις.
Επιπλέον, η τροπολογία στοχεύει στην αντιμετώπιση του φαινομένου της εμπορίας ανθρώπων που έχει αναπτυχθεί γύρω από την παρένθετη μητρότητα. Σύμφωνα με το Υπουργείο Δικαιοσύνης, αλλοδαπές γυναίκες έρχονται στην Ελλάδα, δηλώνουν ψευδώς ως μόνιμοι κάτοικοι και μέσω παρένθετης μητρότητας αποκτούν παιδιά για τρίτα πρόσωπα, έναντι υψηλών αμοιβών που υπερβαίνουν τα νόμιμα όρια.
Κατά τον Γ. Φλωρίδη, η ερμηνευτική αυτή ρύθμιση έχει «βαθύτατο ανθρωπιστικό χαρακτήρα» καθώς «η Ελλάδα κινδυνεύει να γίνει χώρα τράφικινγκ με παρένθετες μητέρες με την προηγούμενη ερμηνεία».
Παρένθετη μητρότητα είναι η υιοθεσία σύμφωνα με την οποία μια γυναίκα συμφωνεί να γεννήσει για λογαριασμό άλλων ατόμων που θα γίνουν οι γονείς του παιδιού που θα γεννηθεί.
Δηλαδή, ένα ζευγάρι που επιθυμεί να αποκτήσει παιδί (επίδοξη μητέρα) «δανείζεται» τη μήτρα άλλης γυναίκας (παρένθετη) στο σώμα της οποίας μεταφέρεται γονιμοποιημένο ωάριο από το ζευγάρι. Για την όλη διαδικασία απαιτείται προηγούμενη έκδοση σχετικής δικαστικής απόφασης.
Περί ευθύνης υπουργών
Παράλληλα, όπως τόνισε ο κ. Φλωρίδης «προκειμένου να μην υπάρχει καμία αμφιβολία για το ζήτημα της αποσβεστικής προθεσμίας για την ποινική ευθύνη των υπουργών που είναι διατυπωμένη στο άρθρο 3 παρ. 2 του ν. 3126/2003, απαλείφεται η διατύπωση για την ύπαρξη της αποσβεστικής προθεσμίας που προέβλεπε το άρθρο 86 του Συντάγματος και η οποία βεβαίως, σε κάθε περίπτωση, δεν ισχύει μετά από την αναθεώρηση του άρθρου 86 που πραγματοποιήθηκε στην αναθεώρηση του Συντάγματος το 2019».
Με άλλα λόγια, με τη νέα διάταξη, η παραγραφή για τα αδικήματα των υπουργών θα είναι 5 με 8 χρόνια για τα πλημμελήματα και 15 ως 20 για τα κακουργήματα, όπως ισχύουν για τα αδικήματα για όλους τους πολίτες.
«Πρόκειται για μια νομικά περιττή ρύθμιση, αλλά καλό είναι να υπάρχει για να σταματήσει κάθε συζήτηση στη δημόσια σφαίρα» είπε ο Γ. Φλωρίδης και πρόσθεσε: «στις υποθέσεις που είναι εκκρεμείς από το Σύνταγμα αυτή την περίοδο δεν υπάρχει ζήτημα αναδρομικότητας». Από την πλευρά του, ο υφυπουργός Ιωάννης Μπούγας ανέφερε: «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι εφαρμόζεται το άρθρο 86 παρ. 4 του Συντάγματος με κανονιστική ισχύ από το 2019».
Επίσης, το υπουργείο Δικαιοσύνης αποδέχθηκε τις προτάσεις των Διοικητικών Ολομελειών του Αρείου Πάγου και του ΣτΕ, και επιφέρει αλλαγές στον τρόπο ανάδειξης των ηγεσιών των Ανωτάτων Δικαστηρίων, όπως είναι ότι τα ψηφοδέλτια για να είναι έγκυρα πρέπει να έχουν τουλάχιστον 3 υποψηφίους, κ.λπ.
Ακόμη, με διάταξη άμεσης ισχύος προβλέπεται η έκδοση Εισαγγελικής Διάταξης, με την οποία θα διατάσσεται η δημοσιοποίηση στοιχείων επικίνδυνου για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια καταζητούμενου δράστη κακουργήματος βίας (καταζητούμενου). «Καλύπτοντας, έτσι ένα σημαντικό κενό προς το σκοπό της δημόσιας τάξης και ασφάλειας των πολιτών», όπως είπε ο κ. Φλωρίδης.
Από την πλευρά του ο υφυπουργός Δικαιοσύνης Ιωάννης Μπούγας, επισήμανε ότι με το νομοσχέδιο «επιχειρείται η αναμόρφωση του θεσμικού πλαισίου προστασίας των ατόμων που τίθεται υπό το καθεστώς της δικαστικής συμπαράστασης, με σκοπό τον εκσυγχρονισμό του θεσμού και την προσαρμογή της χώρας στα διεθνή πρότυπα».
Σύμφωνα, με ανακοίνωση του υπουργείου Δικαιοσύνης, με το πολυνομοσχέδιο:
Επέρχεται σημαντική αλλαγή στο τρόπο εξέτασης των υποψήφιων Δικαστικών Λειτουργών, με εξέτασή τους στην επεξεργασία δικογράφου σχετικού ενδίκου βοηθήματος ή μέσου (ενδεικτικά αγωγής, προσφυγής, έφεσης, αίτησης ακύρωσης, διαχείρισης προανακριτικής δικογραφίας ή υποβληθείσας έγκλησης, κλπ), καθώς και προτάσεων εναγομένων, ισχυρισμών καθ΄ων, υπομνημάτων κλπ.). Εξασφαλίζεται το υψηλό επίπεδο των εισακτέων με την αξιολόγηση απαραίτητων κριτικών ικανοτήτων τους με την επεξεργασία και εξέταση επί συγκεκριμένων δικογράφων και όχι πρακτικών θεμάτων σαν να ήταν στο Πανεπιστήμιο.
Προσαύξηση στον τελικό βαθμό επιτυχίας στον διαγωνισμό των Δικαστικών Υπαλλήλων, εφόσον οι υποψήφιοι έχουν την ιδιότητα μόνιμου κατοίκου σε περιοχές όπου υπάρχει μεγάλη ανάγκη όπως νησιωτικές περιοχές και παραμεθόριες ή δηλώσουν ότι επιθυμούν τον διορισμό τους σε μία εξ αυτών των εδρών, δεσμευόμενοι να υπηρετήσουν επί μία τουλάχιστον δεκαετία, στη θέση στην οποία διορίζονται.
Σχετικά με κωλύματα εντοπιότητας Δικαστικών Λειτουργών, διευκρινίζεται πως ισχύουν σε επίπεδο Εφετειακής περιφέρειας.
Επέρχονται εφαρμοστικού χαρακτήρα συμπληρώσεις στο άρθρο για την ανάδειξη της Ηγεσίας των Ανωτάτων Δικαστηρίων, μια διάταξη ορόσημο για το Κράτος Δικαίου που ψηφίσαμε πέρυσι. Οι συμπληρώσεις αυτές πραγματοποιούνται έπειτα από προτάσεις της Διοικητικής Ολομέλειας του ΑΠ και του ΣτΕ.
Οι επόμενες διατάξεις αφορούν την ενθάρρυνση των πρώην Ειρηνοδικών και ήδη Πρωτοδικών Ειδικής Επετηρίδας, να ενταχθούν στη γενική επετηρίδα, προβλέποντας πως κατά την ένταξή τους στη γενική επετηρίδα δεν μετατίθενται για μια τριετία χωρίς αίτησή τους, καθότι η ένταξή τους δε συνιστά προαγωγή, ενώ προβλέπεται και η δυνατότητα προσφυγής στο Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο σε περίπτωση απόρριψης της αίτησής τους.
Συντελείται ένα ακόμη βήμα για τη ψηφιοποίηση της Δικαιοσύνης και τη βελτίωση της καθημερινότητας των παραγόντων της, με την επίδοση στους δικαστικούς λειτουργούς με ηλεκτρονικά μέσα των θεμάτων υπηρεσιακής τους κατάστασης.
Πρόβλεψη για τη μισθολογική κατάσταση πρώην Ειρηνοδικών και ήδη Πρωτοδικών Ειδικής επετηρίδας, με πλήρη κατοχύρωση των οικονομικών δικαιωμάτων τους.
Προβλέπεται δυνατότητα σύστασης Αυτοτελών Γραφείων Προστασίας Ανηλίκων Θυμάτων σε κάθε Εφετειακή Περιφέρεια, ενώ μέχρι σήμερα ο νόμος με την ονομαστική σύσταση δεν έδινε αυτή τη δυνατότητα σε ολόκληρες Εφετειακές Περιφέρειες να μην έχουν Σπίτι του Παιδιού, πχ στη Θεσσαλία.
Πρόβλεψη άμεσης ισχύος Εισαγγελικής Διάταξης, με την οποία θα διατάσσεται η δημοσιοποίηση στοιχείων επικίνδυνου για τη δημόσια τάξη και ασφάλεια καταζητούμενου δράστη κακουργήματος βίας. Καλύπτεται ένα σημαντικό κενό προς τον σκοπό της δημόσιας τάξης και ασφάλειας των πολιτών.
Δικαίωμα άσκησης προσφυγής από τον Εισαγγελέα Εφετών στο Δικαστικό Συμβούλιο, επί διάταξης επιβολής περιοριστικών όρων του Ανακριτή Πλημμελειοδικών.
Κτηματολογική διαμεσολάβηση σε υποθέσεις με εναγόμενο μη ιδιώτη (Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης ή Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου).
Σύσταση θέσης συμβούλου επικοινωνίας για την επικουρία του εκπροσώπου Τύπου και την υποβοήθηση του έργου της επικοινωνίας των Ανωτάτων Δικαστηρίων και της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου με τους παράγοντες ενημέρωσης του κοινού.
Διατάξεις προς ενίσχυση των τρίτεκνων και πολύτεκνων.
Οι τρίτεκνοι καθώς και οι πολύτεκνοι που επιτυγχάνουν στη Σχολή Δικαστικών Υπαλλήλων θα υπηρετούν στον τόπο που επιθυμούν.
Όσον αφορά την ιατρικώς υποβοηθούμενη αναπαραγωγή με μεταφορά ωαρίων στο σώμα άλλης γυναίκας, επέρχονται σημαντικές επεμβάσεις. 1. Δεν συνιστά ιατρική αδυναμία κυοφορίας κατά την έννοια του παρόντος η αδυναμία κυοφορίας λόγω φύλου. 2. Η δικαστική άδεια ισχύει μόλις η δικαστική απόφαση που την παρέχει καταστεί αμετάκλητη».
Αλλαγή των ορίων ηλικίας στους συμβολαιογράφους (κατάργηση ανώτατου ορίου ηλικίας συμμετοχής στο διαγωνισμό) και στους δικαστικούς επιμελητές (αύξηση ανώτατου ορίου ηλικίας συμμετοχής στο διαγωνισμό στα 50 έτη και αύξηση ορίου αποχώρησης, εφόσον το επιθυμούν, στο 70ο έτος.
Προκειμένου να μην υπάρχει καμία αμφιβολία για το ζήτημα της αποσβεστικής προθεσμίας για την ποινική ευθύνη των Υπουργών που είναι διατυπωμένη στο άρθρο 3 παρ. 2 του ν. 3126/2003 (εφαρμοστικός νόμος του άρθρου 86 του Συντάγματος μετά την αναθεώρηση του 2001), απαλείφεται η διατύπωση για την ύπαρξη της αποσβεστικής προθεσμίας που προέβλεπε το άρθρο 86 του Συντάγματος και η οποία βεβαίως, σε κάθε περίπτωση, δεν ισχύει μετά από την αναθεώρηση του άρθρου 86 που πραγματοποιήθηκε στην αναθεώρηση του Συντάγματος το 2019.