Aφού χρησιμοποίησε το Πακιστάν ως «πεδίο δοκιμών» για τα όπλα της ενάντια στην Ινδία, η Κίνα στρέφει πλέον την προσοχή της στο Μπανγκλαντές.
Κινέζοι αξιωματούχοι φέρονται να επιθεωρούν αεροπορική βάση της εποχής του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στο Μπανγκλαντές, κοντά στο στρατηγικής σημασίας σημείο “Chicken Neck”, που ενώνει τις βορειοανατολικές πολιτείες της Ινδίας με την υπόλοιπη χώρα.
Αναλυτές άμυνας εκτιμούν ότι η πρόσβαση της κινεζικής στρατιωτικής ή αεροπορικής δύναμης σε βάση στο Μπανγκλαντές συνιστά σαφή απειλή για τα στρατηγικά συμφέροντα της Ινδίας στη Βορειοανατολική περιοχή, καθώς και στα νησιά Andaman και Nicobar, που βρίσκονται στην είσοδο του Στενού Malacca – ενός κρίσιμου «στενού πνιγμού» για την Κίνα.
Μάλιστα, οι ινδικές μυστικές υπηρεσίες διαθέτουν πληροφορίες ότι Κινέζοι στρατιωτικοί αξιωματούχοι επισκέφθηκαν πρόσφατα την περιοχή Rangpur, η οποία απέχει μόλις 20 χιλιόμετρα από τα ινδικά σύνορα και 130 χιλιόμετρα από την Siliguri – σημαντικό στρατιωτικό κόμβο της Ινδίας.
Παράλληλα, τον Ιανουάριο του τρέχοντος έτους, υψηλόβαθμος κατάσκοπος του Πακιστάν είχε επίσης επισκεφθεί την περιοχή Rangpur.
Το EurAsian Times ήταν το πρώτο μέσο που μετέδωσε την είδηση ότι το Μπανγκλαντές προσκάλεσε την Κίνα να αναπτύξει την αεροπορική βάση Lamonirhat.
Η είδηση προκάλεσε σάλο στην Ινδία και άνοιξε νέο κύκλο δημόσιων συζητήσεων γύρω από το ενδεχόμενο μιας νέας, φονικής σύγκρουσης.
Οι Κινέζοι στρέφουν την προσοχή τους σε βάση του… Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου
Πλέον, σύμφωνα με το Assam Tribune, ινδικές υπηρεσίες επιβεβαιώνουν ότι Κινέζοι αξιωματούχοι έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον για την ιστορική αεροπορική βάση του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στο Lamonirhat.
Η Dhaka έχει ζητήσει επίσημα από το Πεκίνο τεχνική υποστήριξη για την αναβίωσή της.
Το σχέδιο παρουσιάστηκε τον Μάρτιο του 2025.
Η βάση Lamonirhat υπήρξε κάποτε μία από τις μεγαλύτερες αεροπορικές εγκαταστάσεις στην Ασία.
Κατασκευάστηκε το 1931 ως στρατιωτική βάση.
Κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Συμμαχικές Δυνάμεις επιχειρούσαν από εκεί για αποστολές στη Burma και σε άλλες περιοχές της Νοτιοανατολικής Ασίας.
Το έργο αυτό έρχεται σε μια περίοδο κατά την οποία πολιτικοί του Μπανγκλαντές –μεταξύ αυτών και στενοί συνεργάτες του Muhammad Yunus– προβαίνουν σε συγκαλυμμένες αναφορές περί προσάρτησης των βορειοανατολικών πολιτειών της Ινδίας.
Οι ινδικές υπηρεσίες ασφαλείας παρακολουθούν στενά τις εξελίξεις.
Η Κίνα θέλει να…πνίξει την κότα από τον λαιμό – Αυτό είναι το σχέδιο περικλύκλωσης της Ινδίας
Δεν είναι σαφές αν η βάση αναπτύσσεται για πολιτική ή στρατιωτική χρήση, ούτε εάν θα δοθεί πρόσβαση στην κινεζική (PLAAF) ή την πακιστανική (PAF) αεροπορία.
Μετά την ανεξαρτησία του Μπανγκλαντές το 1971, είχε αποφασιστεί η μετατροπή της Lamonirhat σε έδρα της BAF, αλλά το σχέδιο παρέμεινε ανενεργό.
Η εγκαταλελειμμένη βάση διαθέτει διάδρομο μήκους 4 χλμ., μεγάλο ταρμάκ, υπόστεγο και τροχοδρόμιο.
Οι βορειοανατολικές πολιτείες της Ινδίας (Assam, Arunachal Pradesh, Mizoram, Nagaland, Meghalaya, Tripura, Manipur και Sikkim) είναι όλες περίκλειστες.
Οι πολιτείες Tripura, Meghalaya, Mizoram και Assam συνορεύουν με το Μπανγκλαντές.
Η σύνδεση με την υπόλοιπη Ινδία γίνεται μέσω του λεγόμενου διαδρόμου Siliguri (γνωστός και ως “Chicken’s Neck”).
Oυσιαστικά, πρόκειται για μια στενή λωρίδα γης μήκους περίπου 60 χλμ. και πλάτους μόλις 22 χλμ., που σε ορισμένα σημεία μειώνεται μόλις στα 17 χλμ.
Ο διάδρομος περιβάλλεται από το Νεπάλ, το Μπουτάν και το Μπανγκλαντές.
«Αυτό έχει σαφείς αρνητικές συνέπειες εάν το Μπανγκλαντές επιτρέψει πρόσβαση στην PLAAF ή στην PAF», επεσήμανε χαρακτηριστικά ο αντιστράτηγος ε.α. Anil Ahuja στο EurAsian Times.
Ο Ahuja, πρώην αναπληρωτής αρχηγός του Επιτελείου Ενοποιημένης Άμυνας της Ινδίας, έχει διοικήσει Μονάδα Ορεινού Στρατού στο Arunachal Pradesh.
«Σε σχέση με την PLAAF, με ανησυχούν ιδιαίτερα οι ναυτικές επιπτώσεις, καθώς και οι συνέπειες για τα Andaman και Nicobar. Ακόμη και με τις υπάρχουσες αναπτύξεις, η Κίνα έχει ήδη πρόσβαση σε μεγάλο μέρος της Βορειοανατολικής Ινδίας. Αν όμως αποκτήσει χαμηλότερες βάσεις πιο κοντά γεωγραφικά, η απειλή εντείνεται και αυξάνονται οι προκλήσεις στην αεράμυνα μας», τόνισε.
Ο ίδιος θεωρεί την εξέλιξη ακόμη πιο κρίσιμη για τη ναυτική ασφάλεια της Ινδίας:
«Η πρόσβαση της PLAAF σε βάσεις στο Μπανγκλαντές της δίνει εμβέλεια μέχρι τα Andaman & Nicobar — κάτι που διαφορετικά δεν διαθέτει. Αυτό θα έχει συνέπειες στην ινδική κυριαρχία στον Κόλπο της Βεγγάλης».
Στα χέρια των Μπανγκλαντεσιανών και των Πακιστανών τα όπλα της Κίνας – Στρέφονται τώρα ενάντια στην Ινδία
Σύμφωνα με το Stockholm International Peace Research Institute (SIPRI), η Κίνα ήταν υπεύθυνη για το 82% των εισαγωγών όπλων του Πακιστάν την περίοδο 2019–2023.
Η σύγκρουση μεταξύ Ινδίας και Πακιστάν σηματοδότησε την πρώτη μαζική χρήση κινεζικών οπλικών συστημάτων σε πολεμικές επιχειρήσεις.
Επισημαίνεται άλλωστε, ότι κατά την πρόσφατη στρατιωτική ένταση, το Ισλαμαμπάντ βασίστηκε στα νέα μαχητικά J-10C και JF-17 κινεζικής κατασκευής.
Το Πακιστάν διαθέτει επίσης πυραύλους PL-12 και PL-15 με δυνατότητα πλήγματος εκτός οπτικής εμβέλειας (BVR).
Ακόμη, αναπτύχθηκε το αντιαεροπορικό σύστημα HQ-9 (βασισμένο στο ρωσικό S-300).
Την ίδια στιγμή, πακιστανικές δυνάμεις έχουν επανειλημμένα χρησιμοποιήσει τα κινεζικά SH-15 155mm Mounted Gun Systems κατά μήκος της γραμμής ελέγχου.
Αυτό υποδεικνύει τον πιθανό κίνδυνο από κινεζικά όπλα στα χέρια του στρατού του Μπανγκλαντές.
Από το 2009, η Κίνα έχει εξελιχθεί σε βασικό προμηθευτή όπλων της Dhaka.
Τα κινεζικά όπλα αποτελούν περίπου το 82% του συνολικού οπλισμού των ενόπλων δυνάμεων του Μπανγκλαντές.
Περιλαμβάνουν υποβρύχια τύπου Ming, κορβέτες τύπου Shadhinota C13B, άρματα MBT-2000 και VT-5, πυραύλους HQ-7, καθώς και 36 μαχητικά F-7BGI.
Η Κίνα έχει επίσης δώσει στο Μπανγκλαντές άδεια παραγωγής μικρών και ελαφρών οπλικών συστημάτων.
«Ακόμη και αν δεν παραχωρηθούν επίσημα βάσεις σε Κίνα ή Πακιστάν, οι νέες βάσεις στο Μπανγκλαντές, συνδυασμένες με κινεζικά όπλα και πυραύλους, ενισχύουν την απειλή.
Οι εξελίξεις αυτές πρέπει να παρακολουθούνται», σημειώνει ο Lt. Gen. Ahuja.
Ο Lt Gen Subrata Saha, πρώην αναπληρωτής αρχηγός του Ινδικού Γενικού Επιτελείου Στρατού, συμφωνεί:
«Μια αεροπορική βάση τόσο κοντά δίνει στον αντίπαλο τη δυνατότητα να παρακολουθεί στενά τις κινήσεις μας σε καιρό ειρήνης. Σε καιρό σύγκρουσης, όμως, γίνεται ευάλωτος στόχος. Σε συνδυασμό με την Κίνα στον βορρά και το Μπανγκλαντές του Yunus στον νότο, πρόκειται για μία επικίνδυνη γεωστρατηγική εξέλιξη που πρέπει να σταματήσει εγκαίρως», δήλωσε στο EurAsian Times.
bankingnews.gr