Ο Μακ Κάλλοχ μπορούσε, όμως, να γίνει και πιο ευμενής και -μάλιστα ποιητικός, περιγράφοντας τα μέρη όπου κυριαρχούσε η ελονοσία:
Τα πιο όμορφα μέρη είναι θύματα αυτού του αόρατου εχθρού οι ευωδιαστές αύρες είναι δηλητήριο, η δροσιά τα καλοκαιριάτικα απομεσήμερα είναι θάνατος. Οι όχθες των δροσερών ρυακιών, τα πλούσια ολάνθιστα λιβάδια, οι κρυστάλλινες λίμνες και εύφορες πεδιάδες οι κατάφυτες από καλλιέργειες, η ρεματιά όπου τα αρωματικά βότανα στολίζουν το τοπίο και αρωματίζουν τον αέρα, αυτά είναι τα μέρη που διαλέγει αυτή η μάστιγα, εδώ είναι θρονιασμένη η ελονοσία.
0 θάνατος εδώ βαδίζει χέρι με τις πηγές της ζωής, χωρίς να λυπάται κανέναν : ο εργάτης θερίζει τη σοδειά μα πεθαίνει, ή τριγυρίζει ανάμεσα στην πλούσια, μαγευτική βλάστηση, φάντασμα του εαυτού του βασανισμένος από την κούνια μέχρι τον τάφο του: γερασμένος από παιδί ακόμη, παραιτημένος από μια άθλια ζωή που ήταν μόνο αρρώστια.
Η ελονοσία συνέχιζε να ενδημεί στην Ελλάδα πολύ καιρό μετά την εποχή του Μακ Κάλλοχ. Το 1905 δημιουργήθηκε ο ελληνικός Σύλλογος Περιστολής των Ελωδών Νόσων. 0 οργανισμός αυτός άρχισε για πρώτη φορά να συλλέγει σε εθνικό επίπεδο δεδομένα για την εξάπλωση της νόσου, τα οποία προηγουμένως υπολογίζονταν από σκόρπια στοιχεία νοσοκομείων και γενικούς πίνακες θνησιμότητας. Το 1907 ο οργανισμός, αντιγράφοντας εκτενώς τον Μακ Κάλλοχ, έκανε έκκληση για δράση στην κυβέρνηση ζητώντας της να αποξηράνει τα έλη και να ελέγξει την προμήθεια του κινίνου, το οποίο προηγουμένως κυκλοφορούσε νοθευμένο- μέσα σε έναν χρόνο το κινίνο πέρασε στο κρατικό μονοπώλιο. Όπως είχε πει ένας υπέρμαχος του συλλόγου, ο Έλληνας αγρότης εκτιμούσε το κινίνο όσο το ψωμί.
Μέχρι την ανακάλυψη του κινίνου οι θεραπείες για την ελονοσία, όπως και για όλες τις ασθένειες, βασίζονταν στην παράδοση. Ένα από τα φάρμακα ήταν η αποκαλούμενη Λημνία Γη, η οποία φημιζόταν ως «αλάνθαστη θεραπεία για τα ρίγη και τους πυρετούς αν την πάρεις στην αρχή της κρίσης διαλυμένη σε νερό, και την πιεις δύο ή τρεις φορές». Την εξόρυξή της από το έδαφος παρακολούθησε ο Γαληνός, ο πολυγραφότατος γιατρός του 2ου αιώνα μ.Χ.· ο Γάλλος περιηγητής Καρλιέ ντε Πινόν άκουσε γι’ αυτήν όταν το πλοίο του περνούσε από τη Λήμνο τη δεκαετία του 1570, αν και δεν αποβιβάστηκε στο νησί.
Αρκετά φορτία εξάγονται πάνω σε καμήλες, έγραφε, μία ημέρα του χρόνου, τη συσκευάζουν σε μικρά κομμάτια και τη στέλνουν στον Σουλτάνο, ο οποίος τη δωρίζει σε πρέσβεις και ξένους πρίγκιπες.«Τα κομμάτια αυτά είναι στρογγυλά, με πάχος ένα δάχτυλο και σε μέγεθος ενός διπλού δουκάτου, με ανάμεικτο γκρι χρώμα που φέρνει ελαφρά προς το ροζ».
Ήταν ήδη θύμα αντιγραφής:
«Αποδεικνύει την αξία της καθημερινά, εκτός αν χρησιμοποιηθεί η ουσία που πουλάνε οι φαρμακοποιοί στην Κωνσταντινούπολη και σε άλλα μέρη: οι άνθρωποι αυτοί έχουν μόνο νοθευμένη, και πουλάνε μέχρι και πηλό από την Αρμενία ως προερχόμενο από τη Λήμνο».
Έναν αιώνα αργότερα, ο κληρικός και επιστήμονας Τζον Κόβελ παρακολούθησε την εξόρυξη και έδωσε περισσότερες πληροφορίες. Στην άκρη ενός σβησμένου ηφαιστείου, γράφει, μια μικρή καθαρή πηγή δημιουργεί «μια γαλακτόχρωμη λάσπη». Το ίζημα, το οποίο είναι «μαλακό και εύπλαστο», το βγάζουν μόνο μία φορά τον χρόνο, στη γιορτή του Σωτήρος τον Αύγουστο, με έναν παπά παρόντα για να τελέσει τη λειτουργία. Όταν σκληρύνει λιγάκι την πλάθουν σε μικρά δισκία και τη σφραγίζουν με τη σφραγίδα της Λήμνου, γι’ αυτό την ονομάζουν και terra sigillata, δηλαδή σφραγισμένη γη. Εκτός από το να γιατρεύει τους πυρετούς, λέει ο Κόβελ,«Οι γυναίκες τους το πίνουν για να έχουν καλή και γρήγορη γέννα, και εναντίον των αιμορραγιών, και το θεωρούν σπουδαίο αντίδοτο κατά των δηλητηρίων λένε μάλιστα ότι κανένα από τα σκεύη που κατασκευάζονται από αυτό το χώμα δεν ανέχεται το δηλητήριο και σπάζει αμέσως σε χίλια κομμάτια».
Μπορεί κανείς να διακρίνει σε όλα αυτά μια έξυπνη πολιτική προώθησης του προϊόντος. Ο ισχυρισμός πως η Λημνία Γη θεραπεύει όλες τις αρρώστιες μεγάλωνε τη ζήτηση, ενώ οι περιορισμοί στην εξαγωγή αύξαναν την τιμή. Η σφραγίδα της Λήμνου διασφάλιζε τη γνησιότητά της, και η σύνδεση με τον Σωτήρα μεγιστοποιούσε τη θεραπευτική φήμη της. Τα πρώτα χρόνια της Τουρκοκρατίας όλο το προϊόν πήγαινε στον Σουλτάνο, αλλά αργότερα η παραγωγή πρέπει να αυξήθηκε ή οι διάφοροι απατεώνες, που ανέκαθεν έσπευδαν να εκμεταλλευτούν εμπορικά σήματα πολυτελείας, έγιναν πιο δραστήριοι. Έτσι, έγινε ευρέως διαθέσιμη όχι μόνο στην Κωνσταντινούπολη αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη, όπου τη συνταγογραφούσαν ως πανάκεια Στη Λήμνο τη χρησιμοποιούσαν ως φάρμακο μέχρι τις αρχές το 20ού αιώνα, αλλά στις μέρες μας φαίνεται πως χάθηκε, και μαζί της ένα όμορφο κομμάτι του λαϊκού πολιτισμού.
Στις ελληνικές πόλεις, γιατροί με κάποια ιατρική εκπαίδευση θεράπευαν τους ασθενείς, ενώ υπήρχαν αρκετοί Κρητικοί και Έλληνες Εβραίοι απόφοιτοι της Ιατρικής Σχολής της Πάντοβας. αλλά μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα έβρισκες ακόμα «κομπογιαννίτες» και παραδοσιακούς «φαρμακοτρίφτες». Όμως ακόμα και αδειούχοι εκπαιδευμένοι γιατροί μπορούσαν να είναι αναξιόπιστοι. Τη δεκαετία του 1820, στη διάρκεια της Επανάστασης, ο Αμερικανός φιλέλληνας γιατρός Σάμιουελ Γκρίντλεϋ Χάου χρειάστηκε να εμποδίσει έναν Έλληνα συνάδελφό του να κάνει μια τεράστια τομή για να θεραπεύσει μια απλή μελανιά.
Στην ύπαιθρο, το μόνο αποκούμπι ήταν η παραδοσιακή λαϊκή ιατρική. Για τους αιώνες που εξετάζουμε οι αναφορές στις παραδοσιακές θεραπείες είναι σκόρπιες και ανεκδοτολογικές. αλλά οι πληρέστερες αναφορές προέρχονται από συστηματικές μελέτες της ελληνικής αγροτικής ζωής που για πρώτη φορά διεξήχθησαν τη δεκαετία του 1950. Κάποιος θα μπορούσε να ρωτήσει αν τόσο σύγχρονοι ερευνητές δίνουν μια αληθινή εικόνα για το παρελθόν – η απάντηση είναι σχεδόν βέβαια καταφατική.
Δύο από τους κοινωνιολόγους αυτούς, ο Ρίτσαρντ και η Εύα Μπλουμ, οι οποίοι ερεύνησαν τη θεραπεία, την υγεία και τις σχετικές δοξασίες των Ελλήνων κατοίκων της υπαίθρου, δηλώνουν κατηγορηματικά πως «δεν υπάρχει βασικός προσανατολισμός ή δοξασία για τη ζωή, τον θάνατο ή το υπερφυσικό που να μην προέρχεται από αρχαίο ανάλογο»· κατέγραφαν συστηματικά ομοιότητες ανάμεσα σε ιατρικές πρακτικές που προέρχονται από την αρχαιότητα και σε αυτές που ανακάλυπταν στην εποχή τους. Εκτός αν υποθέσουμε ότι οι αρχαίες δοξασίες και πρακτικές χάθηκαν κάποια στιγμή και επέστρεψαν αργότερα με την ίδια μορφή -πράγμα μάλλον αδύνατον, ειδικά σε κοινότητες χωρίς γραπτά αρχεία-, είναι λογικό να συμπεράνουμε ότι οι παραδόσεις συνεχίστηκαν αδιάλειπτα από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα, και ήταν ένας διαρκής και συχνά κυρίαρχος παράγοντας στη ζωή των καθημερινών ανθρώπων.
Ο Ρίτσαρντ και η Εύα Μπλουμ παρουσίασαν δύο εξαιρετικές μελέτες της ελληνικής αγροτικής ζωής τις δεκαετίες του 1950 και 1960, επικεντρωμένες στην υγεία και στη θεραπεία. Εργάστηκαν σε μια περιοχή -την ακριβή τοποθεσία της οποίας κρατούσαν μυστική ως κόρην οφθαλμού- όχι μακριά από τη θάλασσα, απέναντι από την Εύβοια. Μελέτησαν δύο χωριά και μια ομάδα οικογενειών ντόπιων Σαρακατσάνων, νομάδων κτηνοτροφών που μετακινούσαν τα κοπάδια τους στα βουνά το καλοκαίρι και στα πεδινά τον χειμώνα. Μια τρίτη εξίσου αξιόλογη μελέτη διεξήγαγε ο Τζον Κάμπελ για τους Σαρακατσάνους βόρεια των Ιωαννίνων. Οι Σαρακατσάνοι του νότου που μελέτησαν οι Μπλουμ είχαν μεταναστεύσει από τα βόρεια λίγες μόνο γενιές νωρίτερα, και οι δύο περιγραφές είναι φυσικά παρόμοιες.
Τι θεωρούσαν οι άνθρωποι αυτοί ως αιτίες των ασθενειών; Οι απαντήσεις τους μας πηγαίνουν στο παρελθόν. Ανέφεραν βασικά έξι αιτίες – οποιαδήποτε μπορούσε να θεωρηθεί ως αιτία κάποιας συγκεκριμένης αρρώστιας:
Φυσικά αίτια, όπως οι συνθήκες διαβίωσης ή το διαιτολόγιο.
Συναισθήματα, όπως ο θυμός ή η αγάπη χωρίς ανταπόκριση.
Απόκρυφοι παράγοντες, όπως οι οιωνοί και τα όνειρα.
Ανθρώπινη μαγεία, σκόπιμη ή όχι. Ένα βλέμμα από ένα κακό μάτι μπορεί να προκαλέσει κακό χωρίς αυτός που «ματιάζει» να το ξέρει. Η μαγεία ή η μαγγανεία, αντιθέτως, προξενούν κακό σκόπιμα.
Φυσική μαγεία, όπως από τον ήλιο, το φεγγάρι, τη φωτιά, από ζώα όπως τα φίδια, ή από οσμές.
Υπερφυσικά όντα: ο Θεός ή ο διάβολος, άγιοι, φαντάσματα, ή άλλα παράξενα και τρομακτικά πλάσματα.
Μόνο για τις ασθένειες από φυσικά αίτια υπήρχε κάποια επιστημονική θεραπεία και αναγνώριζαν πως η καλύτερη υγιεινή, ίσως να ήταν η απάντηση. Ένας χωρικός είπε:«Οι άνθρωποι αρρωσταίνουν πιο εύκολα αν δεν πλένονται, αν είναι βρόμικοι. Μερικοί δεν καθαρίζουν ούτε το σπίτι ούτε το σώμα τους- τρώνε ένα σωρό βρόμικα πράγματα – φαγητά που είναι άπλυτα, μπαγιάτικα ή χαλασμένα».
Θεωρούσαν επίσης θεραπευτικά πολλά φυσικά προϊόντα. Μερικά τα χρησιμοποιούσαν μόνα τους, όπως το λάδι, το μέλι, το σκόρδο ή τα φύλλα της πικροδάφνης με τα οποία έκαναν εντριβές στον ασθενή. Άλλα τα χρησιμοποιούσαν σε παράδοξους συνδυασμούς. Έφτιαχναν μια αλοιφή για τα αποστήματα με φασόλια, λάδι και σαπούνι. Ακόμα πιο παράδοξο ήταν το «ποντικόλαδο», για κοψίματα και πόνους στα αυτιά:«Αυτό που κάνω είναι να πάρω νεογέννητα ποντικάκια όταν είναι ακόμα άτριχα και τυφλά, να τα βάλω σε ένα μπουκάλι με λάδι και να το αφήσω τουλάχιστον έναν χρόνο στον ήλιο. Όσο περισσότερο μείνει στον ήλιο τόσο το καλύτερο. Αν το χρησιμοποιείς για κοψίματα το κουνάς, για τα αυτιά όχι. Το λέμε “βάλσαμο” και βρομάει».
Ακόμα και αυτές οι θεραπείες, οι οποίες θεωρούνταν ιατρικές, συνήθως συνοδεύονταν από κάποιο τελετουργικό στην εφαρμογή τους· τα τελετουργικά χρησιμοποιούνταν στην αντιμετώπιση όλων των ασθενειών, ανεξάρτητα από την αιτία τους. Περιλάμβαναν ξόρκια, συχνά συνοδευόμενα από συγκεκριμένες χειρονομίες. Μερικά ήταν απλά:«Όταν ήμαστε παιδιά και βγάζαμε σπυριά με πύον, οι γερόντισσες μας έλεγαν να πατήσουμε στο πανί που είχαμε για να καθαρίζουμε τον φούρνο λέγοντας “Το σπυρί να εξαφανιστεί σαν τούτο το πανί”. Το πανί πάντοτε το πετάγαμε».
Ακόμα πιο περίπλοκο ήταν το ξόρκι ή γήτεμα που χρησιμοποιούσαν για να αποφύγουν ή να διώξουν διάφορα κακά: το μάτιασμα, έναν στομαχόπονο που αποκαλούσαν «αφαλολύσιμο» ή «αφαλόκομμα», και καρδιοπάθειες. Ένα ξόρκι περιείχε σχεδόν διακόσιες λέξεις, και επικαλούνταν μεταξύ άλλων πουλιά, μέλι, γάλα, τον Χριστό, τους απόστολους Πέτρο και Παύλο, και έναν γέρο κυρτό σε έναν κυρτό δρόμο που πλέκει ένα κυρτό καλάθι. Άλλες μαγικές «τελετές» περιλάμβαναν φυλαχτά, που μπορεί να περιείχαν μπαρούτι για να διώχνει τα υπερφυσικά όντα, μια μπλε πέτρα για το κακό μάτι, ή λιβάνι, ψωμί ή βότανα. Οι αριθμοί συνιστούσαν επίσης σημαντικό στοιχείο πρόληψης ή θεραπείας. «Έφτιαχναν ένα φυλαχτό για να αποφεύγουν τις αποβολές, από σαράντα κέρματα που είχαν ζητήσει από σαράντα σπίτια και είχαν ευλογηθεί σε σαράντα λειτουργίες».
Εφτά ευλογίες και προσευχές πραγματοποιούνται για να λυθούν τα μάγια- ο διαβήτης θεραπεύεται τρώγοντας επί τρεις μέρες εντόσθια από ρέγκες.
Οι παραδοσιακοί θεραπευτές που προέβαιναν στα τελετουργικά αυτά ήταν συνήθως ντόπιες σοφές γυναίκες, αν και μερικοί ήταν άντρες, και κάποιοι δεν ήταν από το χωριό αλλά βρίσκονταν μέχρι την Αθήνα. Μία από τις θεραπεύτριες την οποία σέβονταν και εκτιμούσαν οι Μπλουμ ήταν η Μαρία. Ζούσε στο χωριό, καταλάβαινε από πόνο μιας και είχε χάσει η ίδια τρία παιδιά, δε δεχόταν αμοιβή και χρησιμοποιούσε επιστήμη, μαγεία και θρησκεία μερικές φορές συγχρόνως. Αντίθετα, οι ιερείς σπάνια καλούνταν για να τελέσουν θεραπείες ή εξορκισμούς. Αυτό ως έναν βαθμό συνέβαινε επειδή την εποχή εκείνη ήταν εγκατεστημένοι στο κεντρικό χωριό της περιοχής, επισκέπτονταν σπάνια τα άλλα χωριά και, όταν το έκαναν, ήθελαν φιλοδώρημα. Είναι πιθανό οι ιερείς να έπαιζαν πολύ μεγαλύτερο ρόλο ως θεραπευτές στο παρελθόν, όταν ζούσαν ανάμεσα στο ποίμνιό τους και συμμετείχαν στη ζωή τους.
Ένας εξωτερικός παρατηρητής πολύ πιθανόν να απέρριπτε τις λαϊκές θεραπευτικές μεθόδους ως παράλογες προλήψεις και τους χωρικούς που τις ακολουθούσαν ως θύματα απατεώνων, αλλά αυτό θα ήταν πολύ απλοϊκό. Πρώτον, οι αρχές της λαϊκής ιατρικής βασίζονταν σε μια συνεκτική και περίπλοκη άποψη για τον κόσμο. Η άποψη αυτή εκφραζόταν πληρέστερα από τους Σαρακατσάνους νομάδες, οι συνθήκες ζωής των οποίων ήταν πρωτόγονες και οι ίδιοι εντελώς αγράμματοι μέχρι λίγες γενιές πριν, αλλά -ή ίσως ως αποτέλεσμα αυτού- ήταν ιδιαίτερα φιλικοί, ομιλητικοί και εύγλωττοι. Πίστευαν ακράδαντα στον Θεό. Έγραφε ο Τζον Κάμπελ:
«Δεν έχω γνωρίσει έναν Σαρακατσάνο που να αμφισβητεί την ύπαρξη του Θεού. Ένα τέτοιο ερώτημα τους φαίνεται αδιανόητο. Ένας άντρας βγάζει το ρολόι του και ρωτάει “Κάποιος έφτιαξε αυτό το ρολόι, είναι δυνατόν να μην έφτιαξε τον κόσμο κανένας;”.
Ο Θεός προνοεί για τα πάντα, από το να χαρίζει στον άνθρωπο παιδιά μέχρι να στέλνει βροχή για να φυτρώσει το χορτάρι. Ακόμα και το πρόβατο είναι ιερό ζώο, και το θυσιάζουν σε σημαντικές γιορτές της Εκκλησίας. Αλλά πέραν αυτών, ο Θεός δικάζει και τιμωρεί τις αμαρτίες που διακόπτουν την επικοινωνία μαζί του. Η επικοινωνία αυτή μπορεί να διατηρηθεί ή να αποκατασταθεί μέσω συμβολικων πραξεων. Σ’ αυτές περιλαμβάνονται, εκτός από τις τελετουργικές θυσίες ζώων, η συμμετοχή στη λειτουργία, η προσευχή για τη διαμεσολάβηση της Παναγίας ή των αγίων, και το συχνό σταυροπατημα ως υπόμνηση του Χριστού – “Ο Χριστός είναι αδελφός μας” λένε οι Σαρακατσάνοι».
Απέναντι από τον Θεό στέκεται ο διάβολος, βασικός αίτιος του κακού. 0 διάβολος έχει διαβρώσει με αμαρτίες την καλή γη που δημιούργησε ο Θεός: «0 διάβολος έχει τη γη, ο Θεός τον -ουρανό». Για κάποιες αμαρτίες την ευθύνη έχει ο άνθρωπος: την ασέβεια, την παραμέληση ή κακομεταχείριση της οικογένειας και την κακή συμπεριφορά προς τους ανθρώπους που δεν ανήκουν στο οικογενειακό περιβάλλον. Άλλες αμαρτίες, κληρονομημένες από τον Αδάμ, είναι προπατορικές: η φιληδονία και ειδικά ο φθόνος, που είναι αναπόφευκτα παρόντα όταν τα μέσα επιβίωσης είναι περιορισμένα. Οι αμαρτίες αυτές, αφού τις έχουμε κληρονομήσει, δεν είναι αξιοκατάκριτες, αλλά ένας άνθρωπος δείχνει την ανωτερότητά του παλεύοντας εναντίον τους όπως μπορεί.
Ο διάβολος παίρνει πολλές υπερφυσικές μορφές, που είτε οδηγούν σε αμαρτία είτε επιφέρουν αρρώστιες σε ανθρώπους και ζώα. Σ’ αυτές περιλαμβάνονται οι νεράιδες, που παρουσιάζονται ως γοητευτικές όμορφες γυναίκες, οι καλικάντζαροι που είναι κλέφτες, το κουκούδι που συνδέεται με τη βουβωνική πανώλη, και πολλά άλλα πλάσματα. Μπορείς να προφυλαχτείς απ’ αυτά με μια ποικιλία συμβολικών αντικειμένων ή τελετουργικών, μερικά σχετιζόμενα με την Εκκλησία. Ανάμεσα στα αντικείμενα αυτά είναι το αλάτι, η φωτιά, τα κόκκινα αυγά του Πάσχα ή το κεφάλι μιας οχιάς ευλογημένο από την Εκκλησία. Οι τελετουργίες περιλαμβάνουν πυροβολισμό με το αριστερό χέρι ή τον σχηματισμό σταυρού με ένα μαυρομάνικο μαχαίρι και το θηκάρι του.
Η συνέπεια και η δύναμη αυτού του συστήματος δοξασιών είναι εμφανείς. 0 Θεός προσεγγίζεται μέσω του συμβολικού, των λέξεων της προσευχής και των τελετών της λειτουργίας. Το ίδιο και ο διάβολος, που τον κρατάς μακριά με ξόρκια και συμβολικές πράξεις. Ακόμα και η σύγχρονη ιατρική δεν μπορεί να ραγίσει το σύστημα: μπορεί κάποιος άνθρωπος να μην έχει δει ποτέ στη ζωή του νεράιδες, αλλά ούτε μικρόβια έχει δει. Η σύγχρονη και η παραδοσιακή ιατρική θεωρούνται απλώς διαφορετικές τεχνικές για την επίτευξη του ίδιου αποτελέσματος.
Επιπλέον, η παραδοσιακή θεραπευτική ήταν χρήσιμη και για άλλους λόγους. Πρόσφερε στους ασθενείς και στις οικογένειές τους την ευκαιρία να κάνουν κάτι πρακτικό για την αρρώστια, της έδινε όνομα και χάριζε ελπίδα για θεραπεία καθώς και πληροφορίες για το αναμενόμενο αποτέλεσμα. Οι παραδοσιακές θεραπευτικές μέθοδοι μπορούσαν να λειτουργούν με την υποβολή: αν η σοφή γερόντισσα σου λέει πως ο πονοκέφαλος θα φύγει χάρη στο ξόρκι της, μπορεί πράγματι να φύγει. Ή μπορεί απλώς να είσαι πεπεισμένος πως η θεραπεία πιάνει: κάποιος που υποφέρει από μια παροδική ή διαλείπουσα ασθένεια απευθύνεται στον θεραπευτή και μετά αναρρώνει – αλλά θα ανάρρωνε ούτως ή άλλως.
Αυτή η συλλογιστική, βέβαια, ενέχει δύο σοβαρά λάθη. Υποθέτει πως αν μια θεραπεία προηγείται της ανάρρωσης, τότε η θεραπεία προκαλεί την ανάρρωση. Αδιαφορεί, επίσης, για τις ασυμφωνίες: αν μια θεραπεία δεν επιφέρει ανάρρωση, συμπεραίνουν πως κάποιο λάθος έγινε στη θεραπεία- έτσι το σύστημα παραμένει αλώβητο και θεωρείται πάντα αλάνθαστο. Αλλά όπως το έθεσαν εύγλωττα ο Ρίτσαρντ και η Εύα Μπλουμ «Η λογική είναι πολυτέλεια. Μπορεί να ανθίσει μόνο όταν προστατεύεται και καλλιεργείται- οι άνθρωποι που ζουν μέσα στην αθλιότητα δεν έχουν αυτήν τη δυνατότητα- το θαυμαστό οικοδόμημά της δεν μπορεί να διατηρηθεί όταν κάποιος βρίσκεται αντιμέτωπος με αρρώστιες, κοινωνικές αναταραχές ή την αποστέρηση της αγάπης. Κατά μία έννοια, η λογική μπορεί τότε να διατηρηθεί μόνο με τη δύναμη: τη δύναμη του ατόμου είτε να ελέγχει τα γεγονότα είτε να ελέγχει τον εαυτό του».
Πολλοί υποστηρίζουν ότι στη διάρκεια των αιώνων της ξενοκρατίας από Τούρκους και άλλους, δύο πράγματα κράτησαν ζωντανό τον ελληνικό λαό και τη σύνδεσή του με το περίλαμπρο παρελθόν του Βυζαντίου και της αρχαίας Ελλάδας. Η Ορθόδοξη Εκκλησία και η ελληνική γλώσσα. Ο καθοριστικός ρόλος τους εξυμνήθηκε ιδιαίτερα από πολιτικούς, από θρησκευτικούς ηγέτες και από διανοούμενους. Αλλά δεν πρέπει να παραβλέπουμε και έναν τρίτο, πιο ταπεινό παράγοντα, τις δοξασίες και τις πρακτικές του απλού αγροτικού πληθυσμού. Ο τροπος με τον οποίο έβλεπαν τον κόσμο μερικές φορές συμφωνούσε με το δόγμα της Εκκλησίας αλλά βασικά ήταν ανεξάρτητος. Ο παράγοντας αυτός, βασικός για τη ζωή τόσων ανθρώπων, ήταν εξίσου σημαντικό στοιχείο της κοινότητας των Ελλήνων.