Ο Ίων (Ιωάννης) Δραγούμης, ήταν διπλωμάτης, πολιτικός και λογοτέχνης. Υπήρξε βασικός οργανωτής των ελληνικών κοινοτήτων κατά τον Μακεδονικό αγώνα. (Αθήνα, 14 Σεπτεμβρίου 1878 – 31 Ιουλίου 1920)
Γεννήθηκε και μεγάλωσε σε ένα μικρό χωριό της Καστοριάς, το Βογατσικό. Υποστήριξε τη δημιουργία ενός πολυεθνικού ελληνικού κράτους, εκφραζόμενος από το 1908 εναντίον της Μεγάλης Ιδέας. Πρωταγωνίστησε στο γλωσσικό κίνημα του δημοτικισμού, ενώ με το συγγραφικό του έργο άσκησε σημαντική επιρροή στη διαμόρφωση της ελληνικής ιδεολογίας των αρχών του εικοστού αιώνα.
Μέσα στο ασταθές πολιτικό κλίμα που ακολούθησε την απόπειρα δολοφονίας του Ελευθέριου Βενιζέλου στο Παρίσι, συνελήφθη και τελικά δολοφονήθηκε στην περιοχή Αμπελοκήπων της Αθήνας, από βενιζελικό στρατιωτικό σώμα ασφαλείας, μπροστά σε περαστικούς.
Ion Dragoumis-4Βίος και πολιτική δράση
Ήταν γιος του πολιτικού και πρωθυπουργού Στέφανου Δραγούμη με καταγωγή από το Βογατσικό Καστοριάς και της Ελισάβετ Κοντογιαννάκη (1851-1931), κόρης του Ιωάννη Κοντογιαννάκη, τραπεζίτη και επίτιμου γενικού προξένου της Ελλάδας στην Αγία Πετρούπολη.
Γεννήθηκε στην Αθήνα στις 14 Σεπτεμβρίου 1878, το πέμπτο από τα έντεκα παιδιά της οικογένειας και σπούδασε νομική στο Παρίσι.
Το 1897 υπηρέτησε εθελοντής στο μηχανικό και στη συνέχεια συμπλήρωσε τη θητεία του στο πεζικό. Συνδέθηκε ερωτικά με την Πηνελόπη Δέλτα, την οποία φέρεται πως εγκατέλειψε κατά τα Νοεμβριανά, όταν συνελήφθη ο πατέρας της.
Από το 1899 μπήκε στο διπλωματικό κλάδο και υπηρέτησε διαδοχικά ως υποπρόξενος, κατόπιν απαίτησής του, στο Μοναστήρι και εν συνεχεία στην Ανατολική Μακεδονία, στο Προξενείο Σερρών (1903), στην Ανατολική Ρωμυλία στο Προξενείο του Πύργου και στη Θράκη, στο Προξενείο της Φιλιππούπολης (1904). Από τον Μάιο έως τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς συμμετέχει ως έφεδρος δεκανέας στα γυμνάσια του ελληνικού στρατού.
Σε συνεργασία με το γαμπρό του Παύλο Μελά, σύζυγο της αδερφής του Ναταλίας, οργάνωσε τις ελληνορθόδοξες κοινότητες εναντίον των εξαρχικών κομιτάτων, κινητοποίησε τις Ελληνικές Δυνάμεις και αναδείχθηκε ένθερμος υποστηρικτής της μακεδονικής σύγκρουσης. Ανάλογες προσπάθειες κατέβαλε κατά τη διετία 1907 – 1909 στην Κωνσταντινούπολη, υπηρετώντας στην εκεί ελληνική πρεσβεία.
Το 1908 ιδρύει με τον Αθανάσιο Σουλιώτη-Νικολαΐδη την Οργάνωση της Κωνσταντινουπόλεως με σκοπό τη συνεννόηση όλων των εθνοτήτων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας για ισοπολιτεία.
Το 1909 οργανώνει στο Υπουργείο Εξωτερικών το Β΄ Πολιτικό Τμήμα Ανατολικών Υποθέσεων.
Το 1910 συνέπραξε στην ίδρυση του «Εκπαιδευτικού Ομίλου», γενόμενος έτσι γνωστός στο χώρο των γραμμάτων, ενώ υπήρξε και συνεργάτης του περιοδικού Νουμάς του Δημητρίου Ταγκόπουλου (με το ψευδώνυμο Ίδας).
Το 1911, όταν τα Δωδεκάνησα κατελήφθησαν από τους Ιταλούς, ο Ίων Δραγούμης συγκρότησε στην Πάτμο πανδωδεκανησιακό συνέδριο, στο οποίο διακήρυξε το αίτημα της Ένωσης με την Ελλάδα, (Συνέδριο Πάτμου (1912)).
Το 1912, ως δεκανέας, υπηρέτησε στο επιτελείο του αρχιστράτηγου Κωνσταντίνου. Μαζί με το Βίκτορα Δούσμανη και τον Ιωάννη Μεταξά στάλθηκε να διαπραγματευτεί με τον Ταχσίν πασά την παράδοση της Θεσσαλονίκης.
Το 1914 εστάλη πρεσβευτής στην Αγία Πετρούπολη, όπου και διαχειρίσθηκε το ζήτημα του Αγίου Όρους, φροντίζοντας παράλληλα να οργανώσει τις ελληνικές κοινότητες της Ρωσίας.
Το 1915 εκλέχθηκε βουλευτής Φλωρίνης. Το 1916 εξέδωσε το περιοδικό Πολιτική Επιθεώρησις.
Το 1917 εξορίστηκε από την Κυβέρνηση Ε. Βενιζέλου στην Κορσική, μαζί με άλλους επιφανείς Έλληνες της εποχής όπως τον Ιωάννη Μεταξά, τον Δημήτριο Γούναρη, τον Γεώργιο Πεσμαζόγλου απ’ όπου γύρισε το 1919 στη Σκόπελο και τελικά αφήνεται ελεύθερος τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου.
Η ένταξή του στο αντιβενιζελικό στρατόπεδο έγινε αφορμή, όταν μαθεύτηκε η δολοφονική απόπειρα στο Παρίσι εναντίον του Βενιζέλου, να συλληφθεί σε ενέδρα ανδρών της ασφαλείας του τότε αρχηγού της Χωροφυλακής Εμμανουήλ Ι. Ζυμβρακάκη και να βρει τραγικό τέλος στο σημείο που έχει σήμερα ανεγερθεί η αναμνηστική στήλη.
Ως ηθικοί αυτουργοί, διατάξαντες την εκτέλεση, κατηγορήθηκαν οι Παύλος Γύπαρης (διοικητής του παρακρατικού σώματος που συνέλαβε τον Δραγούμη, απών όμως κατά τη σύλληψη και την εκτέλεση), Εμμανουήλ Ρέπουλης (αντιπρόεδρος και επί κεφαλής στο εσωτερικό της κυβερνήσεως του απουσιάζοντος στο εξωτερικό Ελευθερίου Βενιζέλου), Εμμανουήλ Μπενάκης (παλαιός υπουργός του Βενιζέλου, κατηγορηθείς, μετά θάνατον όμως, από τον ίδιον τον Γύπαρη το 1935 ως διατάξας την εκτέλεση).
Δεν προέκυψαν όμως επαρκείς αποδείξεις εις βάρος τους, ενώ οι ίδιοι πάντοτε επέμεναν για την αθωότητά τους και αθωώθηκαν στη δίκη που έγινε το Νοέμβριο του 1922 υπό την επαναστατική κυβέρνηση Πλαστήρα-Γονατά. Επικεφαλής του αποσπάσματος ήταν ο λοχίας Σαρτζέτης. Κατά τραγική ειρωνεία ο Ίων Δραγούμης συνελήφθη πηγαίνοντας στο γραφείου του περιοδικού που εξέδιδε τότε («Πολιτική Επιθεώρηση»), για να γράψει άρθρο που να καταγγέλλει την απόπειρα δολοφονίας κατά του Βενιζέλου. Ο ίδιος ο Βενιζέλος, στο Παρίσι, όταν του ανήγγειλαν τη δολοφονία του Δραγούμη αναφώνησε συγκλονισμένος: «Φρικτό! Φρικτό! Φρικτό!».
Κυβερνητικό ανακοινωθέν της 1ης Αυγούστου 1920, σχετικά με τα έκτροπα που ακολούθησαν τη γνωστοποίηση της απόπειρας δολοφονίας κατά του Ελευθέριου Βενιζέλου, καταλήγει: Οι πλείστοι των Αρχηγών της Αντιπολιτεύσεως συνελήφθησαν, καθ’ όσον υπάρχουσι σοβαραί ενδείξεις, ότι ενέχονται εις την δολοφονικήν απόπειραν. Ο εκ των Αρχηγών της συνεργαζόμενης αντιπολιτεύσεως Ιωάν. Δραγούμης, συλληφθείς επίσης, απεπειράθη να διαφύγη. Εφ’ ω, πυροβοληθείς, εφονεύθη.
Στο σημείο της εκτελέσεως (σήμερα λεωφόρος Βασιλίσσης Σοφίας, απέναντι από το ξενοδοχείο «Χίλτον») ανεγέρθηκε το 1921 μνημείο, λευκή κολώνα, όπως είχε ζητήσει με τους στίχους του ο Κωστής Παλαμάς, στην «Νεκρική Ωδή» που είχε συνθέσει (8 Αυγ. 1920) εις μνήμην του Δραγούμη: «Λευκή, ας βαλθή όπου έπεσες, κολώνα, / (Πώς έπεσες, γραφή να μην το λέει) / λευκή, με της Πατρίδας την εικόνα. / Μόνο εκείνη ταιριάζει να σε κλαίει, / βουβή, μαρμαρωμένη να σε κλαίει.» Οι στίχοι αυτοί χαράχθηκαν στο μνημείο.
Κατά τη δεκαετία του ’80 στήθηκε ανδριάντας του Ίωνα Δραγούμη στην Πλατεία Μακεδονομάχων Θεσσαλονίκης, έργο του γλύπτη Γιάννη Παππά. Το χωριό πρώην Στράιστα της Πέλλας μετονομάσθηκε προς τιμήν του Δραγούμη, Ίδα.
Το 1908, ο Δραγούμης διακόπτει τη σχέση του με την Πηνελόπη Δέλτα όταν συνδέθηκε με την ηθοποιό Μαρίκα Κοτοπούλη, με την οποία παραμένει μέχρι τη δολοφονία του το 1920.
Από το συγγραφικό έργο του Ι. Δραγούμη ξεχωρίζουν το «Μαρτύρων και ηρώων αίμα» (1907), που είναι εμπνευσμένο από τη μακεδονική σύγκρουση, όπου εκφράζεται η πολιτική ιδεολογία του και είναι ουσιαστικά αφιερωμένο στο γαμπρό του Παύλο Μελά, καθώς και τα «Σαμοθράκη» (1909) και «Όσοι ζωντανοί» (1912). Δημοσίευσε πολλά άρθρα στο περιοδικό Νουμάς και στο περιοδικό που εξέδιδε ο ίδιος Πολιτική Επιθεώρησις κατά τα έτη 1916 και 1917.
Εθνική και πολιτική ιδεολογία
Οραματιστής ενός ρομαντικού μεγαλοϊδεατικού ελληνικού εθνικισμού, ενεπλάκη στα πάθη του εθνικού Διχασμού, τα οποία και του στοίχισαν τη ζωή, αλλά και μετά τη δολοφονία του δεν έπαυσε να επηρεάζει την ελληνική σκέψη, όντας για άλλους από τους θαυμαστές του «μάρτυρας και ήρωας του Ελληνισμού», «πατέρας του ελληνικού εθνικισμού», ή πάντως «ένας από τους πιο παρεξηγημένους, περισσότερο αμαυρωμένους και λιγότερο δικαιωμένους διανοητές της νεοελληνικής σκέψης και συνείδησης», για άλλους σωβινιστής, για άλλους ρομαντική και αμφιλεγόμενη, πάντοτε συναρπαστική προσωπικότητα.
Κατά τον Δημήτρη Τζιόβα, ο Ίων Δραγούμης ανήκει σε εκείνους τους συγγραφείς και διανοούμενους που συγχέουν τον εθνικισμό με τον σοσιαλισμό, τον ατομικισμό και το θετικισμό ή ταλαντεύονται ανάμεσα σε προφανώς διαφορετικές θεωρήσεις. Θεωρείται από τους πλέον ιδιόρρυθμους αντιβενιζελικούς της εποχής του και φέρεται ότι μισούσε τον Ελευθέριο Βενιζέλο διότι τον θεωρούσε υπεύθυνο για την καταστροφή του σχεδίου του για την αναγέννηση ελληνικών κοινοτήτων στα συμφραζόμενα της οθωμανικής αυτοκρατορίας, αν και η πραγματική αιτία για την αποτυχία του είναι από τη μία η ανάδυση του νεοτουρκικού εθνικισμού και η ανεδαφική άποψη για σταδιακή μετάβαση της εξουσία της οθωμανικής αυτοκρατορίας στους Έλληνες.
Η εικόνα που διαμόρφωσε εξαιτίας αυτής της έχθρας και των νιτσεϊκών του επιδράσεων και των θεωριών περί του «πνεύματος του λαού» για το ελληνικό κράτος υπήρξε περιφρονητική. Επί της ουσίας διακρίθηκε ως κωνσταντινικός για τις αντιφατικές θέσεις του στηλιτεύοντας την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό που είχε την πολιτική ευθύνη των στρατιωτικών ενεργειών και από την άλλη αναγνώριζε τη θετική δράση του στρατού και του βασιλιά Κωνσταντίνου. Θεωρούσε μάλιστα πως «ο μεγαλύτερος εχθρός της Ελλάδας ήταν ο Βενιζέλος και οι συμπαραστάτες του, Κρητικοί και Μικρασιάτες».
Κατά τον Κωνσαντίνο Θ. Δημαρά, ο Δραγούμης έπαιξε βασικό ρόλο στην διαμόρφωση της ελληνικής ιδεολογίας της περιόδου 1881-1913, η οποία ιδεολογία μάλιστα φθάνει στην κορύφωσή της με τον ίδιον, τον Μανουήλ Χαιρέτη και τον Περικλή Γιαννόπουλο.
Το ελληνοκεντρικό πνευματικό αυτό ρεύμα (Κωνσταντίνος Σάθας, Γιάννης Ψυχάρης, Αργύρης Εφταλιώτης, Γρηγόριος Ξενόπουλος, Χαιρέτης, Γιαννόπουλος κ.ά.), όπως σημειώνει ο Κ. Θ. Δημαράς, αξιοποιεί την κληρονομιά της πρώτης πεντηκονταετίας του ελληνικού κράτους (όπου σύμφωνα με τους Σπυρίδων Ζαμπέλιο, Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο κ.ά. επικρατεί η ιδέα της συνέχειας του Ελληνικού Έθνους) και προσθέτει επιπλέον δύο σημαντικές ανελίξεις:Η πρώτη είναι η αξιοποίηση όλων των στοιχείων της ελληνικής κληρονομιάς (αρχαιότητα και Βυζάντιο, λαϊκή παράδοση, δημοτική γλώσσα) σε ένα ενιαίο και οργανωμένο σύνολο, και η δεύτερη είναι η μετάβαση από την ιδέα και την θεωρία στην πράξη, μετάβαση η οποία κορυφώνεται με τον Μακεδονικό Αγώνα και τους Βαλκανικούς Πολέμους.
Αυτήν την εποχή, πριν τους Βαλκανικούς Πολέμους, είναι δύσκολο να ξεχωρίσει κανείς τις ιδέες του Δραγούμη από αυτές του Χαιρέτη και του Γιαννόπουλου, σημειώνει ο Κ. Θ. Δημαράς. Προσωπικός φίλος και θαυμαστής του Περικλή Γιαννόπουλου ο Δραγούμης, σημείωσε όταν η αυτοκτονία του πρώτου γνωστοποιήθηκε: «Μου φαίνεται πως τώρα που έφυγε εκείνος, είναι ανάγκη να φορτωθώ όλα τα βάρη εκείνου.
Και γι’ αυτό έχω πολλή δουλειά, πάρα πολλή δουλειά. Ούτε μια στιγμή της ζωής μου δεν πρέπει να χάσω.» Άλλες σημαντικές πνευματικές επιρροές στον Ίωνα Δραγούμη, ιδιαίτερα στην περίοδο της νεότητός του, είναι ο Φρειδερίκος Νίτσε και ο Μωρίς Μπαρρές. Ωστόσο ο Δραγούμης δεν θα περιοριστεί εκεί, αλλά στα χρόνια της ωριμότητάς του θα διαμορφώσει ολοκληρωμένη την πολιτική του ιδεολογία.
Η εθνική και πολιτική ιδεολογία του Δραγούμη παρουσιάζεται από τον ίδιον συγκροτημένη και ολοκληρωμένη στο έργο του «Ελληνικός Πολιτισμός» (1913-14, α΄ έκδ. περ. «Γράμματα», Αλεξάνδρεια 1914). Είναι πολιτική ιδεολογία εθνικιστική, όπως όμως επισημαίνει ο Κωνσταντίνος Βακαλόπουλος, «ο εθνικισμός του Ίωνα δεν είχε να κάνει τίποτε με οποιαδήποτε άλλη μορφή εθνικισμού (κομμουνιστικού, περιφερειακού, διεθνιστικού, ολοκληρωτικού). Ο εθνικισμός του Ίωνα ήταν μορφή ενέργειας και η ύπαρξη του έθνους ήταν όλη ενέργεια, δηλαδή ζωή. Ήταν επόμενο λοιπόν οι ενεργητικοί άνθρωποι να είναι και εθνικιστές». Η ιδεολογία του Δραγούμη θεμελιώνεται στους εξής άξονες:
α) Έθνος και κράτος: Κατά τον Δραγούμη, το Ελληνικό Έθνος είναι πολύ ευρύτερο χρονικώς, τοπικώς και πληθυσμιακώς του Κράτους. Το Κράτος μοναδικό σκοπό υπάρξεως έχει την υπηρεσία του Έθνους. Το Έθνος (και κάθε έθνος της γης) σκοπό έχει την δημιουργία και καλλιέργεια πολιτισμού (σε ειρηνική άμιλλα με τα άλλα έθνη).
β) Φυλή: Κατά τον Δραγούμη η ελληνική φυλή διετήρησε τον ιδιαίτερο χαρακτήρα και την συνείδησή της κατά την διάρκεια των χιλιάδων ετών της ιστορίας του Ελληνικού Έθνους, ο ίδιος όμως δεν αρνείται ούτε θεωρεί αρνητικές τις ξένες προσμίξεις, μόνον όταν όμως δεν είναι τόσες και τέτοιες που να διαλύουν την ταυτότητα της φυλής, αλλά αντιθέτως αφομοιώνονται γόνιμα από αυτήν. Όταν ολοκληρωθεί δε αυτή η γονιμοποιός αφομοίωση και η φυλή «κατασταλάξει» τότε είναι πάλι, γράφει, μια «καθαρή» φυλή, διαφορετική και μάλιστα νεαρή και γεμάτη ζωντάνια, αλλά η ίδια πάντοτε, εάν δεν έχει χάσει την «ψυχή» της. Τέτοια, αλλά μη κατασταλαγμένη ακόμη, θεωρεί ο Δραγούμης την ελληνική φυλή.
γ) Το «Εγώ» και η ταύτιση Έθνους, Φυλής και «Εγώ»· η ελληνική Φύση: Όπως παρατηρεί ο καθηγητής Κ. Βακαλόπουλος, ο Δραγούμης, το «εγώ» του, το έθνος του, η φυλή του, ο Ελληνισμός του, είναι έννοιες απόλυτα ταυτισμένες μεταξύ τους. Ο Δραγούμης αισθανόταν τον εαυτό του σαν κύτταρο του ελληνισμού. Έχουν επισημανθεί επιρροές στον Δραγούμη από τον ρομαντικό φυλετισμό του Αρθούρου-Ιωσήφ Γκομπινώ. Η ταύτιση αυτή του Δραγούμη με το έθνος και την φυλή του, στο «Μαρτύρων και Ηρώων αίμα» (1907) συνδυάζεται με την αίσθηση του χρέους, ενώ στην «Σαμοθράκη» (1906-09) κορυφώνεται.
Σε ένα δεύτερο επίπεδο μάλιστα ο Δραγούμης ταυτίζεται όχι μόνον με το έθνος, αλλά και με την ελληνική φύση (στο σημείο αυτό επηρεασμένος περισσότερο από τον φίλο του Περικλή Γιαννόπουλο): «Όταν αρχίζω να πελαγώνω μες στις ιδέες μου ή όταν αρχίζει να στερεύει το μυαλό μου, πιάνω μια πέτρα, ένα δέντρο, το χώμα για να βεβαιωθώ πως δεν παραστρατίζω ή πως παραστρατίζω.» («Σαμοθράκη», 1906-09) και «Θα ήμουν σαν το κύμα, θα ήμουν σαν το χορτάρι και σαν τον άνεμο και σαν το βράχο. Δεν είμαι άνθρωπος.» («Στην Πόλη», περ. «Νουμάς», τ. 129-130, Ιαν. 1905)
δ) Εξωτερική πολιτική: Μεγάλη Ιδέα, Ανατολικό κράτος, Πολιτική ένωση της Φυλής: Ο Δραγούμης αντιμάχεται με πάθος την «ελλαδική πολιτική των προσθηκών», την οποία κοντόφθαλμα, όπως υποστηρίζει, ακολουθεί το ελληνικό κράτος, αρπάζοντας το πολύ-πολύ κάποιο «κόκκαλο» και αδιαφορώντας για τον πολύ ευρύτερο εκτός συνόρων ελληνισμό. Έτσι έρχεται σε οξεία σύγκρουση με τον Βενιζέλο, θεωρώντας ότι ο Α΄ Βαλκανικός Πόλεμος (1912-13) είχε ακριβώς αυτό το αποτέλεσμα. Σε αντίθεση πάντοτε με την πολιτική των προσθηκών, ο Δραγούμης, κατά τα έτη 1907-1909, όταν βρισκόταν με τον φίλο του Αθανάσιο Σουλιώτη-Νικολαΐδη ιδρύει στην Κωνσταντινούπολη την Οργάνωση Κωνσταντινουπόλεως, αμφιταλαντεύεται μεταξύ των δύο μεγαλοϊδεατικών οραμάτων: της «Ανατολικής αυτοκρατορίας» (την οποία υποστηρίζουν ο Σουλιώτης και ο Κωνσταντίνος Σ. Σοκόλης, προσβλέποντας σε ένωση Ελλήνων και Τούρκων και ανασύσταση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας) και της «πολιτικής ένωσης της φυλής» (στενή συνεργασία και τελικώς απελευθέρωση ολόκληρου του ελληνισμού και συγκρότηση ενός μεγάλου ελληνικού κράτους που θα συμπεριλάβει ολόκληρο το έθνος). Τελικώς, ο Δραγούμης θα κρίνει το όραμα του Σουλιώτη ουτοπικό (η εκτουρκιστική πολιτική των Νεοτούρκων, άλλωστε, κατέδειξε ότι έτσι ήταν), οπότε γρήγορα θα κατασταλάξει στην πολιτική της «ενώσεως της φυλής».
ε) Παράδοση: Ο Δραγούμης υπερασπίζεται τη δημοτική παράδοση και αντιμάχεται το λογιωτατισμό-σχολαστικισμό και την αρχαιοπληξία. Η δημοτική παράδοση κατά τον Δραγούμη είναι ο ζωογόνος «χυμός του δέντρου» του ελληνισμού, «ο εσωτερικότερος και γνησιότερος κρίκος που μας συνεδένει με τους παλιότερους ελληνικούς πολιτισμούς όλους». Σε αυτό το πλαίσιο της ελληνικής παράδοσης ο Δραγούμης εντάσσει και την Ορθοδοξία. Μολονότι ο ίδιος δεν πιστεύει στην ύπαρξη αθάνατης ψυχής ανεξάρτητης από το σώμα και μπορεί να χαρακτηριστεί μάλλον άθεος ή αγνωστικιστής, δεν τον διακρίνει δε η ορθόδοξη πνευματικότητα και θρησκευτικότητα, στηλιτεύει δε καυστικά τις όποιες πολιτικές ολιγωρίες ιεραρχών της εκκλησίας, εν τούτοις υπερασπίζεται την Ορθοδοξία ως συνεκτικό ιστό, στήριγμα πνευματικό και πολιτικό, βασικό στοιχείο της παραδόσεως και του κοινοτικού πολιτισμού του Ελληνισμού. Ο ίδιος γράφει χαρακτηριστικά: «Όπου βρεθούνε δέκα Ρωμιοί φτειάνουν κοινότητα. Συνάζουν πρώτα χρήματα για την εκκλησιά. Άμα τη χτίσουνε φέρνουν παπά. Έπειτα και τις γυναίκες τους. Ύστερα, με τους δίσκους της εκκλησιάς, συνάζουν χρήματα και φτειάνουνε σκολειό. Τέλος φέρνουνε δάσκαλο για τα παιδιά τους – και νά την η κοινότητα.».
στ) Κοινοτισμός: Για το Δραγούμη, θεμέλιο της πολιτικής οργάνωσης, σύμφυτη με την πολιτική παράδοση και το χαρακτήρα των Ελλήνων, είναι η κοινότητα. Σημειώνει: «Ο ελληνισμός είναι μια οικογένεια από κοινότητες. Το έθνος μας ολάκερο πάλι με κοινότητες πρέπει να κυβερνηθεί, και μόνο με κοινότητες θα προκόψει.»
ζ) Παιδεία και Γλώσσα, δημοτικισμός: Ο Δραγούμης αντιμάχεται με πάθος το λογιωτατισμό και την αρχαιοπληξία και πρωτοστατεί στο κίνημα του δημοτικισμού. Αντιμάχεται επίσης την ξενομανία.
η) Εθνικισμός και σοσιαλισμός-ανθρωπισμός: Ο Δραγούμης, μετά από μακρά πορεία εσωτερικού προβληματισμού θα καταλήξει, κατά τα χρόνια της εξορίας του και τελευταία της ζωής του (1917-20), στο συνδυασμό εθνικισμού, σοσιαλισμού και ανθρωπισμού. Γράφει χαρακτηριστικά ο ίδιος στο ημερολόγιό του (18-03-1919): «Αγαπώ πάρα πολύ τον άνθρωπο για να γίνω στενός σοσιαλιστής. Αγαπώ πάρα πολύ τον άνθρωπο για να γίνω στενός πατριώτης. Αγαπώ πάρα πολύ τον άνθρωπο για να νοιώσω τον εαυτό μου άτομο. Από άνθρωπος μιας τάξης με ορισμένα συμφέροντα τάξης, γίνομαι σοσιαλιστής με την πλατιά έννοια, και θέλω μια καινούρια οικονομία της κοινωνίας μου και των άλλων κοινωνιών. Από στενός πατριώτης, γίνομαι εθνικιστής, με τη συνείδηση του έθνους μου και όλων των άλλων εθνών, γιατί οι διαφορές των εθνών πάντα θα υπάρχουν, και έχω τη συνείδησή τους και χαίρομαι που υπάρχουν αυτές οι διαφορές, που με τις αντιθέσεις τους, με τις αντιλήψεις τους, υψώνουν την ανθρώπινη συνείδηση και ενέργεια. Από άτομο γίνομαι άνθρωπος.»