Του Κώστα Ράπτη/capital.gr
Η επίσκεψη που πραγματοποιεί από την Πέμπτη ο Σύρος πρόεδρος Μπασάρ αλ Άσαντ στην Κίνα είναι η πρώτη μετά το 2004. Και είναι βεβαίως μία από τις ελάχιστες επισκέψεις που έχει πραγματοποιήσει εκτός συνόρων ο ισχυρός άνδρας της Δαμασκού, μετά το 2011, οπότε η χώρα του βυθίστηκε στον πόλεμο.
Μάλιστα ο Άσαντ, που μέχρι τώρα περιόριζε τις λιγοστές και σύντομες “εξόδους” του σε προορισμούς όπως η Μόσχα, η Τεχεράνη ή (μετά την επανεισδοχή της Συρίας στον Αραβικό Σύνδεσμο) ο Περσικός Κόλπος, αποτολμά αυτή τη φορά μια μακρινή και πολυήμερη εξόρμηση, όπου, εκτός από την ιδιαίτερη συνάντησή του με τον Σι Τζινπινγκ στο Πεκίνο την Παρασκευή θα έχει την ευκαιρία να παραστεί, μαζί με άλλους ηγέτες, στην έναρξη των Ασιατικών Αγώνων στη Χανγκζού το Σάββατο.
Το τι μπορεί να επιδιώκει ο Άσαντ από αυτή την επίσκεψη είναι προφανές: Η εικόνα πολιτικής νομιμοποίησης και άρσης της διεθνούς απομόνωσης που του προσφέρει η κινεζική φιλοξενία (και μάλιστα σε ένα περιβάλλον πολυμερούς σύναξης) είναι καθαυτή πολύτιμη. Επιπλέον, οι οικονομικές ανάγκες της καθημαγμένης χώρας του είναι τεράστιες, όπως και οι προσδοκίες για συμμετοχή της Κίνας στην μεταπολεμική ανοικοδόμηση.
Ωστόσο, οι επενδύσεις, ύψους δύο δισ. δολαρίων, που έχει υποσχεθεί η Κίνα ήδη από το 2017 δεν έχουν υλοποιηθεί, ενώ και η παρούσα συγκυρία αναταραχής στην αγορά δεν προδιαθέτει τις κινεζικές επιχειρήσεις για παράτολμες κινήσεις.
Περισσότερο ενδιαφέρον είναι το ερώτημα τι είναι αυτό που η κινεζική πλευρά επιδιώκει στρώνοντας το χαλί στον Άσαντ.
Στο οικονομικό επίπεδο, η Κίνα θα ήθελε προφανώς να επανέλθει στις επενδύσεις, συνολικού ύψους τριών δισ. δολαρίων, που είχαν αναλάβει το 2008 και 2009 οι ενεργειακοί κολοσσοί Sinopec, Sinochem και CNPC, για να υποχρεωθούν να τις εγκαταλείψουν μεταξύ 2011 και 2014. Αλλά το ενδιαφέρον των Κινέζων για την Συρία είναι κατεξοχήν πολιτικό.
Μετά τη μεγάλη διπλωματική έκπληξη του περασμένου Μαρτίου, δηλ. την επανασυμφιλίωση Ιράν και Σαουδικής Αραβίας με κινεζική μεσολάβηση, το Πεκίνο καθιστά σαφές ότι στην Μέση Ανατολή δεν περιορίζεται στον ρόλο αποκλειστικά οικονομικού παίκτη.