Τα πρώτα γραπτά κείμενα της ελληνικής γλώσσας χρονολογούνται στον 14ο-13ο αιώνα π.Χ. Προέρχονται από τα αρχεία των μεγάλων κέντρων (παλατιών, διοικητικών κέντρων) του μυκηναϊκού πολιτισμού: Μυκήνες, Πύλος, Τίρυνθα, Θήβες αλλά και της Κρήτης (Κνωσός, Χανιά), όπου επεκτάθηκε ο μυκηναϊκός πολιτισμός. Ο μυκηναϊκός κόσμος, που εκτεινόταν σε όλη τη νότια Ελλάδα, αλλά και σε μερικά νησιά, ήταν οργανωμένος σε μικρά κράτη που διοικούνταν από ανακτορικά κέντρα (παλάτια), όπου είχαν την έδρα τους οι βασιλιάδες και η αριστοκρατία που κυβερνούσαν τα κράτη αυτά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι Μυκήνες με τα «κυκλώπεια» τείχη τους, την Πύλη των Λεόντων και τους θολωτούς τάφους όπου θάβονταν οι βασιλιάδες. Απόηχο αυτού του κόσμου βρίσκουμε στα τραγούδια του Ομήρου, τα ομηρικά έπη.
Στα μυκηναϊκά παλάτια είχε λοιπόν την έδρα της η κρατική διοικητική μηχανή που διαχειριζόταν τον πλούτο που τη συντηρούσε και της έδινε τη δύναμή της: αγαθά, καλλιέργειες, ανταλλαγές, άνθρωποι (αξιωματούχοι, τεχνίτες, δούλοι). Αυτός ο σύνθετος διοικητικός μηχανισμός είχε […] ανάγκη ενός συστήματος καταγραφής και διατήρησης της πληροφορίας. Η ανάγκη δηλαδή για ένα σύστημα γραφής προέκυψε, γιατί η κοινωνική ζωή ήταν πια αρκετά σύνθετη, ώστε να μην εξυπηρετείται από τον προφορικό (και μόνο) λόγο.
Έτσι λοιπόν οι μυκηναίοι άρχοντες αποφάσισαν να χρησιμοποιήσουν ένα σύστημα γραφής για τις λογιστικές ανάγκες των βασιλείων τους. Το σύστημα αυτό ονομάστηκε από τους ειδικούς (για λόγους που θα δούμε παρακάτω) γραμμική Β και είναι συλλαβικό. Κάθε σημάδι δηλαδή αντιστοιχεί, όπως λέγαμε και στο προηγούμενο κεφάλαιο, σε μία συλλαβή. Υπάρχουν ενενήντα τέτοια συλλαβικά σημεία καθώς επίσης και εκατό περίπου εικονογράμματα ή ιδεογράμματα. Τα εικονογράμματα αυτά μαζί με σημεία που δηλώνουν αριθμούς χρησιμοποιούνται για να σημάνουν τα πράγματα (κρασί, λάδι, άνθρωποι, τόποι κλπ.) που καταγράφονται και απαριθμούνται στα κείμενα. Τα κείμενα δηλαδή έχουν, όπως είπαμε, λογιστικό χαρακτήρα. Εξυπηρετούν τις λογιστικές ανάγκες ενός σύνθετου διοικητικού μηχανισμού, όπως ακριβώς και στις περιπτώσεις των ανατολικών πολιτισμών που συζητήσαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο. Είναι γραμμένα πάνω σε πινακίδες από πηλό. Οι πινακίδες αυτές πλάθονταν από ωμό πηλό, ενισχύονταν εξωτερικά με αχυρένιο πλέγμα και στέγνωναν στον ήλιο. Πινακίδες από πηλό χρησιμοποιούνταν, όπως είδαμε, και στους παλαιότερους ανατολικούς πολιτισμούς. Η διαφορά είναι ότι, ενώ εκεί ψήνονταν, στον μυκηναϊκό κόσμο δεν ψήνονταν αλλά απλά στέγνωναν στον ήλιο και στη συνέχεια αποθηκεύονταν σε ξύλινα κιβώτια ή καλάθια και τοποθετούνταν σε ράφια, όπως γίνεται σήμερα στα αρχεία των δημόσιων υπηρεσιών.
Οι πινακίδες αυτές δεν θα είχαν φτάσει ως εμάς, αν δεν είχε μεσολαβήσει ένα γεγονός το οποίο βοήθησε να διατηρηθούν: Στις αρχές του 14 ου αιώνα π.Χ. και στην πορεία του 13ου αιώνα π.Χ. τα μυκηναϊκά παλάτια καταστρέφονται. Δεν ξέρουμε ποιοι ήταν οι λόγοι που οδήγησαν σε αυτές τις καταστροφές. Οι φωτιές όμως στις οποίες παραδόθηκαν τα μυκηναϊκά ανάκτορα έψησαν τις «ωμές» πινακίδες που ήταν αποθηκευμένες στα αρχεία των παλατιών και έτσι βοήθησαν στη διατήρηση και την ανεύρεσή τους στις ανασκαφές. Ο πηλός σίγουρα δεν θα ήταν το μόνο υλικό πάνω στο οποίο γράφονταν τα κείμενα της γραμμικής Β. Είναι πολύ πιθανόν να χρησιμοποιούσαν δέρματα πάνω στα οποία έγραφαν ή και πάπυρο. Τα υλικά αυτά όμως δεν αντέχουν στον χρόνο και έτσι δεν έφτασαν ως εμάς.
Ακολουθήστε το Hellas-now.com στο Facebook και στο Google news. Μπορείτε επίσης να μας βρείτε στο Telegram και στο Twitter