Σε πολλά χωριά της Ελλάδας παλιά, οι γιαγιάδες έλεγαν στα παιδιά διάφορες ιστορίες για μια φοβερή μορφή τον Μούμο, που αν δεν είσαι καλό παιδί, η αν βγείς έξω την νύχτα, η αν πας σε κάποιο απαγορευμένο μέρος “θα σε φάει”. Αυτό που δεν ξέρανε φυσικά οι παλιοί “αγράμματοι” άνθρωποι στα χωριά, ήταν ότι όταν έλεγαν “Μούμος” αναφερότανε στον αρχαίο Έλληνα θεό Μώμο.
Μώμος: Ο θεός της χλεύης και ο αρχαίος «Σατανάς»
Μώμος είναι το όνομα αρχαίου θεού της Ελληνικής μυθολογίας, που εκδιώχθηκε από τον Όλυμπο, επειδή αμφισβήτησε τον Δία. Είναι ο θεός της χλεύης και του σκώμματος, της ειρωνείας και του σαρκασμού, προσωποποίηση της κοροϊδίας και της αποδοκιμασίας. Τον παρίσταναν να κρατά ένα ραβδί που η πάνω άκρη του κατέληγε σε κεφάλι γυναίκας…
Η ελληνική μυθολογία λέει ότι καθώς οι άνθρωποι έγιναν πολλοί και βάραιναν τη Γη εκείνη παραπονέθηκε στο Δία να την ελαφρύνει λίγο.
Ο Δίας προκάλεσε έναν πόλεμο, τον Θηβαϊκό, στον οποίο σκοτώθηκαν πολλοί άνθρωποι και έτσι η θεά Γαία ελάφρυνε. Το πρόβλημα όμως επανεμφανίστηκε αργότερα και ο Δίας ζήτησε τη συνδρομή και άλλων θεών.
Τότε ο Μώμος, γιος της Νύχτας, – κατά άλλους της Θέμιδος και του Ύπνου, κατά άλλους πατρός αγνώστου, τον συμβούλεψε να γεννήσει μια πανέμορφη κόρη και να παντρέψει τη Νηρηίδα Θέτιδα με θνητό.
Ο Δίας ακολούθησε τις συμβουλές του και έτσι γέννησε από τη Λήδα, την Ελένη και πάντρεψε τη Θέτιδα με τον Πηλέα. Αυτά τα δύο γεγονότα έγιναν αιτία να ξεσπάσει ένας μεγάλος πόλεμος πολύ πιο φονικός από τον προηγούμενο που θα γινόταν γνωστός ως Τρωικός πόλεμος.
Αναφέρεται από τον Λουκιανό στο έργο του «Θεών εκκλησία» να κατακρίνει τον Δία για παρανομίες με αποτέλεσμα να νοθεύεται το συνέδριο, με το να ενώνεται με θνητές γυναίκες.
Ο θεός αυτός κατέκρινε επίσης τον Ήφαιστο, επειδή, όταν έφτιαξε τον άνθρωπο, δεν κατασκεύασε παράθυρα στο στήθος του, ώστε να βλέπει ο κόσμος τι σκέπτεται και αν λέει ψέματα ή αλήθεια.Λέγεται ότι πέθανε από τη λύπη του, επειδή δεν κατόρθωσε να βρεί καμία ατέλεια στην Αφροδίτη.
Στη φαντασία των ανθρώπων αναποδογυρίζει απότομα τις τύχες τους. Τους ρίχνει απ’ την ευτυχία στη δυστυχία, μετατρέπει τις επιτυχίες τους σε αποτυχίες και τους«θριάμβους» τους σε απόγνωση.
ΤΟ ΕΘΙΜΟ ΤΩΝ ΜΩΜΟΓΕΡΩΝ
Μωμόγερος είναι σύνθετη λέξη που προέρχεται από το μώμος και το γέρος. Μώμος μπορεί να είναι ο προσωποποιημένος θεός της μομφής, ο ανόητος, ο μωρός.
Άρα μωμόγερος είναι ο γέρων ο νωδός, ο εσχατόγηρος, αλλά και ο μεταμφιεσμένος για τις θεατρικές παραστάσεις τις πρωτοχρονιάς, όπως και το γεροντικό φάντασμα που είναι απεχθές στην όψη. (Ιστορικόν Λεξικόν της Ποντιακής Διαλέκτου, Α. Α. Παπαδόπουλου).
Το έθιμο των μωμόγερων συνεχίζει να αναβιώνετε από την απαρχή της δημιουργίας του λαϊκού θεάτρου και σύμφωνα με διάφορους μελετητές περιγράφονται πολλές παραλλαγές αυτού του εθίμου αφού το συναντάμε με διαφορετική υπόθεση αλλά και πρωταγωνιστές.
Η θεατρική αυτή παράσταση (λαϊκό δρώμενο) διαδραματιζόταν το δωδεκαήμερο από την παραμονή των Χριστουγέννων μέχρι τα φώτα.
Στο διάστημα αυτό ο θίασος των μωμόγερων επισκεπτόταν τα νοικοκυριά με στόχο να τρομοκρατήσει και τελικά να απομακρύνει τα κακά πνεύματα προετοιμάζοντας έτσι το εξαγνισμένο σπίτι να υποδεχτεί ένα καλότυχο νέο χρόνο . (φιλτραρισμένα στοιχεία από το άρθρο του Ν. Ζουρνατζίδη: Μωμόγεροι ή Μωμόεροι, δημοσιευμένο στην εφημερίδα Εύξεινος Πόντος Μάιος 2011, Αριθμός Φύλλου 172).