Δεν υπάρχει κατ΄ουσίαν κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου, αλλά προστασία της ελεύθερης διακίνησης των ιδεών. Αυτή είναι η απάντηση από την πλευρά της κυβέρνησης σχετικά με τη νομοθετική ρύθμιση που προωθείται για το πανεπιστημιακό άσυλο, προκαλώντας θύελλα διαμαρτυριών από την αντιπολίτευση και τις φοιτητικές παρατάξεις.
Με τη διάταξη θα αρκεί ένα τηλεφώνημα πολίτη ή μέλους της ακαδημαϊκής κοινότητας, προκειμένου οι αρμόδιες Αρχές να μπορούν να παρέμβουν όταν αυτό απαιτείται στους χώρους των πανεπιστημίων κι εφόσον βέβαια τελούνται αξιόποινες πράξεις. Η συγκεκριμένη διάταξη αποτελεί τη σημαντική διαφορά σε σχέση με το νόμο Διαμαντοπούλου, αποτυπώνοντας κατ΄αυτόν τον τρόπο τη σημασία που αποδίδει η κυβέρνηση στην εύρυθμη λειτουργία των πανεπιστημίων και την ανάπτυξή τους μέσα από αυτή.
Επίσης, στην προστασία των φοιτητών και του προσωπικού των ακαδημαϊκών ιδρυμάτων, οι οποίοι συχνά πέφτουν ακόμη και θύματα βίας, με αποτέλεσμα το πανεπιστημιακό άσυλο να καταλήγει σε άσυλο βίας και ανομίας. Για το ίδιο λόγο, κυβερνητικό στέλεχος έλεγε χαρακτηριστικά πως «ο νόμος Διαμαντοπούλου δεν κάλυπτε τις περιπτώσεις που οι δράστες έκαναν τις παράνομες πράξεις στο εξωτερικό του πανεπιστημίου και στη συνέχεια κατέφευγαν στο εσωτερικό, έτσι ώστε να αποφύγουν τη δίωξη, σε αντίθεση με τη ρύθμιση που προωθείται».
Τι σημαίνει πρακτικά αυτό; Με τον νόμο Διαμαντοπούλου – ο οποίος κρίνεται σωστός μεν και γι’ αυτό είχε ψηφιστεί τότε από τη ΝΔ, αλλά ανεπαρκής σήμερα ως προς την εφαρμογή του – οι Αρχές δεν μπορούσαν να μπουν στο εσωτερικό του πανεπιστημιακού ιδρύματος για να συλλάβουν π.χ. έναν έμπορο ναρκωτικών, ακόμη κι αν αυτός δρούσε εκτός και στη συνέχεια έβρισκε καταφύγιο στο χώρο του πανεπιστημίου.
Αντιθέτως, με τη ρύθμιση που προωθείται, ο έμπορος θα μπορεί να συλλαμβάνεται από τις Αρχές ακόμη και εντός του χώρου του πανεπιστημίου κι ανεξαρτήτως του τόπου όπου τελέστηκε η αξιόποινη πράξη.
Κατά τον ίδιο τρόπο, η νέα ρύθμιση βελτιώνει και το νόμο Γαβρόγλου, σύμφωνα με τον οποίο επιτρεπόταν η επέμβαση στο εσωτερικό ενός πανεπιστημιακού ιδρύματος για το Πυροσβεστικό Σώμα και αυτεπαγγέλτως σε άλλες Αρχές μόνο σε περιπτώσεις κακουργημάτων και εγκλημάτων κατά ζωής. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, θα έπρεπε πρώτα να υπάρχει απόφαση του Πρυτανικού Συμβουλίου.