Ο Άτλας ήταν γιος του Τιτάνα Ιαπετού και της Ωκεανίδας Κλυμένης. Αδέρφια του ήταν ο Προμηθέας, ο Επιμηθέας και ο Μενοίτιος, οι γνωστοί «Ιαπετίδες».
Στη διάρκεια της Τιτανομαχίας, ο Άτλαντας αντιτάχθηκε στον παντοδύναμο Δία. Έγινε αρχηγός των Τιτανίδων, δηλαδή των γιων των Τιτάνων και αποδείχτηκε ισχυρότερος όλων.
Ωστόσο, όταν η μάχη έληξε με τη νίκη του Δία, ο αρχηγός των θεών θέλησε να τιμωρήσει τον Άτλαντα για την περιφρόνηση που του έδειξε και να τον εκδικηθεί, επειδή κατασπάραξε μαζί με τα αδέρφια του, τον Διόνυσο.
Η τιμωρία είχε ως εξής: ο Άτλας βυθίστηκε στα Τάρταρα κάτω από τη γη, στα σύνορα του χάους και καταδικάστηκε να φέρει αιωνίως στους ώμους του τον Ουράνιο Θόλο, δηλαδή τον ουρανό. Εκεί, τον βρήκε ο Ηρακλής, που τον είχε διατάξει ο Ευρυσθέας να του φέρει τα μήλα των Εσπερίδων.
Ο Ηρακλής δεν ήθελε να πάει ο ίδιος. Πρότεινε στον Άτλαντα να τον αντικαταστήσει στα βαριά του καθήκοντα και εκείνος με τη σειρά του να πάρει τα πολύτιμα φρούτα. Κι όντως έτσι έγινε. Όταν όμως ο Άτλας επέστρεψε με τα μήλα ήθελε, όσο τίποτα άλλο, να απαλλαγεί από το αιώνιο βάσανο.
Αρνήθηκε να κρατήσει τον ουρανό, με τη δικαιολογία ότι θα πήγαινε ο ίδιος τα φρούτα στον Ευρυσθέα. Ο Ηρακλής, όντας οξυδερκής, κατάλαβε το τέχνασμα του. Προσποιούμενος ότι χρειάζεται λίγη βοήθεια για να κρατάει το θόλο καλύτερα, άφησε όλο το βάρος να πέσει στην ωμοπλάτη του Άτλαντα και έτσι συνεχίστηκε η αιώνια τιμωρία του.
Από αυτό το αιώνιο βασανιστήριο προκύπτει και το όνομα «Άτλας» – προέρχεται από το γράμμα άλφα και τη λέξη «τλαν», που σημαίνει «εκείνος που υπομένει τα πάντα».