Η τεράστια κωμικός Ρένα Βλαχοπούλου που έκανε όλο τον κόσμο να γελάει με το σκέρτσο της, είχε ένα άγνωστο μυστικό που έγινε γνωστό μετά τον θάνατο της. Ένα τραγικό συμβάν που της σημάδεψε όλη την ζωή.
Ένας από τους πιο σημαντικούς ηθοποιούς της χρυσής εποχής του ελληνικού κινηματογράφου, ο Δημήτρης Καλλιβωκάς, είχε μιλήσει στην “Espresso” και μεταξύ άλλων αναφέρθηκε και στην Ρένα Βλαχοπούλου, αλλά και στο μυστικό που την έκανε αγαπητή στον κόσμο!
Η Ρένα Βλαχοπούλου, όπως ανέφερε, του λείπει περισσότερο μιας και είχαν συνεργαστεί σε πέντε από τις πιο εμπορικές ταινίες της “Η Παριζιάνα”, “Μια Ελληνίδα στο χαρέμι”, “Μια τρελή τρελή σαραντάρα”, “Ρένα να η ευκαιρία” και “Ρένα τα ρέστα σου”.
“Ηταν σκέτη απόλαυση να δουλεύεις μαζί της, ήταν ένας χείμαρρος. Είχε έναν απίστευτο αυθορμητισμό. Δεν μπορούσες να την πιάσεις πουθενά! Η Ρένα για μένα ήταν η μεγαλύτερη ηθοποιός μαζί με τη Βάσω Μανωλίδου. Κάθε μέρα έκανε προσθήκες στη σκηνή. Την άλλη μέρα έκανε άλλα! Αυτό ήταν το μυστικό της, τα ζούσε όσα έκανε στη σκηνή!”.
Άγνωστα γεγονότα από τη ζωή της Ρένας Βλαχοπούλου.
Ένας από τα αδέλφια της, ο κύριος Σπύρος μίλησε για συνταρακτικά γεγονότα της ζωής τους και πώς η Ρένα τους βοήθησε.
«Στον πόλεμο περάσαμε μεγάλα δράματα. Έπεσε βόμβα στο σπίτι μας και έτσι σκοτώθηκαν οι γονείς μας. Το σπίτι διαλύθηκε μέχρι και το υπόγειο. Εγώ με τον αδελφό μου τον Μίμη βρισκόμασταν κάτω από ένα κρεβάτι. Θυμάμαι πυκνούς καπνούς μαζί με σκόνη από τα συντρίμμια να έχουν σκεπάσει τα πάντα. Κρατούσα τον αδελφό μου, που ήταν κουλουριασμένος ανάμεσα στα πόδια μου σαν φίδι.
Μετά από περίπου δύο ώρες που έπεσε η βόμβα αρχίσαμε να ψάχνουμε να βρούμε τι είχε συμβεί. Ήταν παντού σκοτάδι. Και εμείς τραυματισμένα ψάχναμε τους γονείς μας που είχαν ήδη σκοτωθεί. Κάποια στιγμή είδαμε λίγο φως και, όπως σερνόμουν εγώ πρώτος, εκείνος με κρατούσε από το πόδι, για να τον βγάλω έξω από όλη αυτή τη λαίλαπα. Τον πήρα αγκαλιά και μέσα στα συντρίμμια των δρόμων που είχε αφήσει η βόμβα ψάχναμε να βρούμε έναν δικό μας, ένα στήριγμα.
Τα υπόλοιπα παιδιά της οικογένειας, τα τρία κορίτσια (Ρένα, Μαρίνα, Αννα), βρίσκονταν στην Αθήνα, ο μεγάλος μας αδελφός ήταν ναύτης. Και πηγαίναμε από ορφανοτροφείο σε ορφανοτροφείο μέχρι να δούμε πώς θα ζήσουμε».
Και συνέχισε συγκινημένος λέγοντας ότι η Ρένα είχε ήδη ξεκινήσει καριέρα στην Αθήνα και ήταν η μόνη τους σωτηρία.
«Για εμάς η Ρένα υπήρξε και μάνα και πατέρας μαζί. Εκείνη μας βοήθησε να ορθοποδήσουμε και να σπουδάσουμε».
Όσο για το πώς έμαθε η αείμνηστη ηθοποιός για τον χαμό των γονιών της είπε στην εφημερίδα espresso: «Βρισκόταν πάνω στη σκηνή του θεάτρου “Μακέδος”, στην οδό Θεμιστοκλέους της Αθήνας, όταν έμαθε το δυσάρεστο νέο. Όπως έπαιζε, κάποιος της φώναξε στα παρασκήνια για τον βομβαρδισμό και όσα ακολούθησαν. Αργότερα, εκείνη μου είπε ότι συνέχισε να παίζει στο έργο. Μόλις τελείωσε η παράσταση και χαιρέτησε το κοινό, μπήκε στο καμαρίνι της και κατέρρευσε από το κλάμα».
Η καριέρα της Ρένας Βλαχοπούλου στον κινηματογράφο
Το 1956 έκανε το κινηματογραφικό της ντεμπούτο, παίζοντας δίπλα στον Νίκο Ρίζο και τον Στέφανο Στρατηγό, στην πρώτη έγχρωμη ελληνική ταινία «Πρωτευουσιάνικες περιπέτειες» του Γιάννη Πετροπουλάκη.
Ορόσημο για την καριέρα της υπήρξε το 1962, όταν η συμμετοχή της στην «Οδό Ονείρων» του Μάνου Χατζιδάκι, στο θέατρο «Μετροπόλιταν», έγινε αφορμή να την προσέξει ο Γιάννης Δαλιανίδης και να την κάνει πρωταγωνίστρια του μιούζικαλ «Μερικοί το προτιμούν κρύο» (1963). Μάλιστα ο ίδιος ο Φίνος, όταν την άκουσε να τραγουδά, φέρεται να της πρότεινε να υπογράψει ισόβιο συμβόλαιο με την εταιρεία του, με την οποία γύρισε μερικές από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του ελληνικού κινηματογράφου.
Οι ταινίες της Ρένας Βλαχοπούλου που όλοι θυμόμαστε..
«Κάτι να καίει» (1963), «Ένα κορίτσι για δύο» (1963), «Η χαρτοπαίχτρα» (1964), «Κορίτσια για φίλημα» (1965), «Φωνάζει ο κλέφτη»ς (1965), «Η βουλευτίνα» (1966), «Ραντεβού στον αέρα» (1966), «Βίβα Ρένα» (1967), «Η ζηλιάρα» (1968), «Η Παριζιάνα» (1969), «Η θεία μου η χίπισσα» (1970), «Μια τρελλή, τρελλή σαραντάρα» (1970), «Ζητείται επειγόντως γαμπρό»ς (1971), «Μια Ελληνίδα στο χαρέμι» (1971), «Η Ρένα είναι οφσάιντ» (1972), «Η Κόμισσα της Κέρκυρας» (1972).