Είναι γνωστό ότι το μεγαλύτερο μέρος του επιστημονικού προγράμματος της Σοβιετικής Ένωσης ήταν επικεντρωμένο γύρω από τις στρατιωτικές ανάγκες, με μια εκτεταμένη κρατική μηχανή να ξοδεύει χρόνο και χρήμα. Καμιά φορά όμως, προέκυπταν και κάποιες αναπάντεχες ανακαλύψεις.
Πίσω στη δεκαετία του ’50 οι Σοβιετικοί προσπάθησαν να δαμάσουν και να εξημερώσουν τους λύκους κάνοντάς τους κατοικίδια ζώα τα οποία θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν στο στρατό. Ο λύκος έχει ένα δάγκωμα πολύ ισχυρότερο από ό, τι οποιοσδήποτε κατοικίδιος σκύλος και επίσης έχει πολύ πιο ακριβή ακοή και μυρίζει τέλεια όταν παρακολουθεί το θήραμά του. Επίσης, είναι εξαιρετικά επιθετικό και σκληραγωγημένο ζώο και είναι σε θέση να μείνει για μέρες χωρίς φαγητό ή ύπνο. Θεωρητικά, θα γίνονταν μεγάλα σκυλιά φύλακες.
Όμως αποδείχτηκε αδύνατο για τους ‘συντρόφους’ να εξημερώσουν το λύκο. Παρά το γεγονός ότι τα κουτάβια απομακρύνονταν από τις μητέρες τους και τα εκτρέφανε σε άνετες κατοικίες με άφθονη ανθρώπινη προσοχή, φτάνοντας στην εφηβεία τους οι λύκοι απλά αρνιόντουσαν να υπακούσουν στις εντολές ή να συμμορφωθούν σε οποιουσδήποτε κανόνες.
Ήταν επίσης επιρρεπείς να γίνουν επιθετικοί, άρπαζαν τρόφιμα οπουδήποτε μπορούσαν και επιτίθονταν στους κυρίους τους που προσπαθούσαν να τους βάλουν σε τάξη. Ένα άγριο ζώο είναι πάντα ένα άγριο ζώο. Ο κατοικίδιος σκύλος είναι ένας πρόγονος του λύκου, αλλά σαφώς ακόμα και οι πιο επιθετικές ράτσες, όπως τα πίτμπουλ και τα ροτβαιλερ έχουν διαφορετικά γενετικά χαρακτηριστικά.
Ο απόηχος του πειράματος
Το έργο ήταν μια πλήρης αποτυχία, αλλά οδήγησε σε μια άλλη επιχείρηση όπου τώρα προσπάθησαν να μεγαλώσουν αλεπούδες έτσι ώστε να γίνουν πιο εξημερωμένες. Πήραν τις αλεπούδες από το φυσικό τους περιβάλλον και από τα αγροκτήματα όπου εκτρέφονταν για τη γούνα τους. Για να τις εξημερώσουν, τα πιο ήρεμα ζώα τα μεγάλωναν μαζί και για να ελέγχουν τις πιο επιθετικές αλεπούδες, τις έβαζαν να ζευγαρώνουν μόνο μεταξύ τους.
Μέσα σε λίγες γενιές, οι πειθήνιες αλεπούδες είχαν γίνει όλο και πιο εξημερωμένες, δεχόμενες την ανθρώπινη αλληλεπίδραση και συμπεριφέρονταν όλο και περισσότερο σαν κατοικίδια ζώα, ενώ τα επιθετικά ζώα θα σου έκοβαν το δάχτυλο, μόνο και μόνο αν άγγιζες το κλουβί τους.
Φάνηκε ότι οι επιθετικές τάσεις των αλεπούδων ήταν συνάρτηση της γενετικής τους. Προκειμένου να το ελέγξουν αυτό, τα κουτάβια των επιθετικών ζευγαριών δόθηκαν σε πιο ήπιες μητέρες αλεπούδες να τα μεγαλώσουν, ενώ τα ήπια κουτάβια δόθηκαν σε επιθετικές μητέρες – αλλά δεν υπήρχε καμία διαφορά. Ακόμη και η εμφύτευση εμβρύων από επιθετικές αλεπούδες σε πιο εξημερωμένες μητέρες δεν έφερε σημαντικά αποτελέσματα. Ένα επιθετικό ζώο ήταν ένα επιθετικό ζώο που ακολουθούσε τη γενεαλογία του.
Εδώ γίνεται πραγματικά ενδιαφέρον
Καθώς οι γενιές των διασταυρωμένων των εξημερωμένων και πιο οικόσιτων αλεπούδων συνεχιζόταν, τα ήμερα ζώα άρχισαν να δείχνουν αλλαγές στη μορφολογία τους. Κατεβασμένα αυτιά, σγουρές ουρές, άσπρο τρίχωμα γύρω από τα πρόσωπά τους και ούτω καθεξής.
Όχι μόνο συμπεριφέρονταν περισσότερο σαν κατοικίδια σκυλιά, αλλά άρχισαν να μοιάζουν με αυτά. Μέσα σε 20-30 γενιές αναπαραγωγής, οι αλεπούδες ήταν σχεδόν κατοικίδια ζώα και φαινόταν λιγότερο σαν αλεπούδες και περισσότερο σαν κοινές ράτσες σκύλων. Είχαν επίσης την ιδιοσυγκρασία να ταιριάξουν με σκυλιά.
Δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε ότι συνεχίζοντας να αναπαράγονται και να επιλέγονται οι ήμερες αλεπούδες και να επιλέγονται συγκεκριμένα χαρακτηριστικά σύντομα η αλεπού έμοιαζε με σκυλί, από τσοπανόσκυλο έως Σι-Τζου.
Το πιο ενδιαφέρον όμως, είναι ο τρόπος που η εμφάνισή τους συνδεόταν απόλυτα με το γενετικό χαρακτηριστικό τους στο να γίνουν πιο ήρεμες και να εξημερωθούν πιο εύκολα. Δεν ήταν απαραίτητο να έψαχναν για τις αλλαγές στην μορφολογία για να προσδιορίσουν τα χαρακτηριστικά της συμπεριφοράς, αρκεί μόνο να επέλεγαν ζεύγη αναπαραγωγής ανάλογα με το πόσο ήταν πειθήνιες και συμπεριφέρονταν καλά και τα υπόλοιπα έρχονταν μόνα τους.